του Θανάση Παντέ
«Θα ήθελα να παίξω όλους τους ρόλους στα έργα του Βέρντι»
Από το Δημοτικό Ωδείο Καλαμάτας στις διεθνείς σκηνές της Όπερας
Ένα Καλαματιανό αστέρι έχει αρχίσει εδώ και καιρό να λάμπει στο διεθνή αστερισμό της Όπερας. Το αστέρι αυτό, βέβαια, ακούει στο όνομα Δημήτρης Πλατανιάς. Μπορεί ο ίδιος με τη σεμνότητα που τον διακρίνει να μην το παραδέχεται, η αλήθεια, ωστόσο, είναι ότι η διαδρομή που διαγράφει είναι ήδη εντυπωσιακή, τόσο σε ελληνικό όσο και διεθνές επίπεδο.
Ο βαρύτονος Δημήτρης Πλατανιάς γεννήθηκε στην Καλαμάτα. Σπούδασε στο Δημοτικό Ωδείο της πόλης, όπου και δίδαξε κλασική κιθάρα, ενώ παράλληλα σπούδασε Αγγλική Φιλολογία. Η Όπερα, αν και ανέκαθεν την αγαπούσε, ήρθε στη ζωή του κάπως αργά, όταν ήταν τριάντα χρόνων. Ηλικία μάλλον μεγάλη για να ξεκινήσει κάποιος να ασχολείται συστηματικά με την Όπερα.
Για τον Δημήτρη, όμως, αυτό το «αργά», τελικά, δεν ίσχυσε.
Με την παρότρυνση της δασκάλας του Μαρίας Μαρκέτου αποφάσισε να κυνηγήσει αυτό το «κάτι» που έκανε τη φωνή του να είναι κατάλληλη για την Όπερα.
Με υποτροφία «Αλεξάνδρα Τριάντη» πήγε για σπουδές στην Ιταλία κι όταν γύρισε, η εντυπωσιακή διαδρομή άρχισε. Αυτή την εποχή ο Δημήτρης Πλατανιάς βρίσκεται στην κορυφή ως βαρύτονος και τα εγκωμιαστικά σχόλια που τον συνοδεύουν είναι πολλά.
Ο ίδιος παραμένει προσγειωμένος και αντιμετωπίζει με χιούμορ όσα συμβαίνουν και τον αφορούν, χωρίς να είναι καθόλου «δήθεν».
Συναντηθήκαμε στην Καλαμάτα, καθώς πάντα βρίσκει χρόνο να την επισκεφθεί, παρά το βαρυφορτωμένο πρόγραμμά του, και είχαμε τη συζήτηση που ακολουθεί:
-Κοιτάζοντας πίσω περίμενες αυτή τη διαδρομή που ως τώρα έχεις κάνει;
«Ομολογώ πως όχι. Μπορώ να πω ότι αισθάνομαι ικανοποίηση».
-Πες μου λίγα λόγια για αυτά που έχεις κάνει.
«Μετά το Ωδείο Καλαμάτας συνέχισα με υποτροφία στην Ιταλία σπουδές Όπερας με τη Μασάκο Τανάκα Πρόττι.
Από το 2004 μελετώ με τον Άρη Χριστοφέλλη. Έχω, δε, συνεργαστεί με τις ορχήστρες των Χρωμάτων ΚΟΑ, ΚΟΘ, Βασιλική Φιλαρμονική Ορχήστρα, Ορχήστρα ΕΡΤ».
-Ποιος είναι ο δυσκολότερος ρόλος για σένα;
«Νομίζω πως ο Ριγκολέτο είναι ο πιο δύσκολος, τόσο από φωνητική όσο και από ευρύτερη ερμηνευτική άποψη, αφού συνήθως αυτά τα δύο πάνε μαζί».
-Ο ρόλος που σε καθιέρωσε;
«Πρωτοεμφανίστηκα στην Εθνική Λυρική Σκηνή ως Άλφιο στην Καβαλλερία Ρουστικάνα. Πιο πριν, βέβαια, είχα παίξει και στην παιδική σκηνή τον “Ελεύθερο Σκοπευτή” του Βέμπερ, σε διασκευή της Κάρμεν Ρουγγέρη. Έχω παίξει ακόμα τους εξής ρόλους: Μαρτσέλλο (Μποέμ), Ρενάτο (Χορός Μεταμφιεσμένων), Φίγκαρο (Οι γάμοι του Φίγκαρο), Άρχοντα (Ο πρωτομάστορας), Ναμπούκο, Αμονάσρο (Αΐντα), Ζερμόν (Τραβιάτα), Σκάρπια (Τόσκα) κ.ά. Έχω δε εμφανιστεί σε παραγωγές του Ιδρύματος Αρτούρο Τοσκανίνι, στο θέατρο Κάρλο Γκολντόνι –Λιβόρνο, το θέατρο ο Φοίνικας Βενετίας, το θέατρο Βέρντι Τεργέστης, το θέατρο Σάο Κάρλος Λισαβόνας, το Φεστιβάλ Μπρέγκεντς και τη Βασιλική Όπερα Λονδίνου».
-Ύστερα από τόσες εμφανίσεις ονειρεύεσαι κάποιους ρόλους για να παίξεις;
«Θα ήθελα να ολοκληρώσω όλους τους ρόλους στο έργο του Βέρντι. Για μένα ο Βέρντι είναι η επιτομή της οπερατικής σύνθεσης. Αυτό δε σημαίνει, βέβαια, ότι υποτιμώ άλλους ρόλους. Άλλωστε, ο κάθε ρόλος έχει τη δική του αξία στην παρουσίαση ενός έργου».
-Ποιους σκηνοθέτες θεωρείς σημαντικούς απ’ όσους συνεργάστηκες ως τώρα;
«Ξεχωρίζω τον Σπύρο Ευαγγελάτο, τον Νίκο Πετρόπουλο, τον Βασίλη Νικολαΐδη, τον Αλέξανδρο Ευκλείδη από τους Έλληνες κι από ξένους τους Ρενάτο Τζανέλα, Βικ Γκραίκαμ, Ντέιβιντ Μακβίκαρ, Ντανιέλε Αμπάντο. Ο καθένας με το δικό του όραμα για την Όπερα, που έτσι κι αλλιώς είναι από τα δυσκολότερα είδη τραγουδιού, αν όχι το δυσκολότερο».
–Θα σ’ ενδιέφερε να ασχοληθείς με άλλα είδη τραγουδιού;
«Όχι. Εκτιμώ όλα τα είδη μουσικής, αλλά προτιμώ να είμαι καλός σ’ ένα. Γι’ αυτό και εστιάζω το ενδιαφέρον μου στο λυρικό τραγούδι».
–Θέλει αφοσίωση η Όπερα;
«Ασφαλώς. Απαιτεί και επιβάλλει την αφοσίωση, αν θέλεις να ανταπεξέλθεις στις πολλές και δύσκολες απαιτήσεις της. Δεν αρκεί μια καλή φωνή μόνο για να ασχοληθεί κανείς με την Όπερα. Χρειάζεται άσκηση και προσπάθεια για να ανταποκριθείς στις δυσκολίες που ο κάθε ρόλος παρουσιάζει».
–Υπάρχει κάποιος ρόλος απ’ αυτούς που ως τώρα έχεις ερμηνεύσει που να σε δυσκόλεψε περισσότερο;
«Κάθε ρόλος, μικρός ή μεγάλος, έχει τις δυσκολίες του και χρειάζεται να τις διαχειριστείς κατάλληλα για να τον ερμηνεύσεις, όπως ταιριάζει στο πνεύμα του δημιουργού του, και σύμφωνα με τις οδηγίες του σκηνοθέτη βέβαια».
-Πόσο ηθοποιός αισθάνεσαι στους ρόλους που καλείσαι να τραγουδήσεις;
«Δε νομίζω ότι είμαι κι ο καλύτερος ηθοποιός…». -Η κριτική εκθειάζει παρ’ όλα αυτά τις υποκριτικές σου ικανότητες… «Δεν μπορώ εγώ να απαντήσω σε αυτή την άποψη. Είναι γεγονός, πάντως, ότι το λυρικό τραγούδι βρίσκεται πολύ κοντά στην υποκριτική τέχνη και τραγουδώντας Όπερα ή Οπερέτα, μπαίνουμε στη διαδικασία να υποδυθούμε και υποκριτικά τους ρόλους που ερμηνεύουμε».
-Πώς βλέπεις τη μέχρι τώρα πορεία σου;
«Μπορώ να πω ότι είμαι ικανοποιημένος, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι εφησυχάζω. Συνεχώς υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης, άλλωστε, και σε καμία περίπτωση δε θέλω να μένω στάσιμος».
-Υποθέτω ότι έχεις κάποιους τραγουδιστές πρότυπα.
«Θεωρώ ως πρότυπά μου, αν μπορώ να το θέσω έτσι, τους Ετόρε Μπαστιανίνι, Άλντο Πρόττι, Λέοναρντ Γουώρεν, Πιέρο Καπουτσίλι κι από Έλληνες τον Κώστα Πασχάλη. Αυτοί οι ερμηνευτές, κορυφαίοι στην εποχή τους ο καθένας, ξεχώρισαν τις δεκαετίες ’50, ’60 και ’70».
-Εμφανίζεσαι πλέον συχνά στο εξωτερικό. Θα σε ενδιέφερε μια διεθνής καριέρα;
«Αν ήμουν νεότερος, ίσως να έκανα αυτό το τόλμημα. Ευτυχώς η συνεργασία που έχω με τη Λυρική μού δίνει την ελευθερία να συνεργάζομαι με ξένα θέατρα κι αυτό προσπαθώ να κάνω.
Άλλωστε, το πιο σημαντικό δεν είναι να πας στο εξωτερικό να εμφανιστείς μια φορά, αλλά να μπορείς να εμφανίζεσαι όσο πιο συχνά γίνεται.
Δε σκέπτομαι να έχω ως βάση μου κάποια χώρα του εξωτερικού. Μακάρι να πηγαίνουν καλά τα πράγματα και να έχω τη δυνατότητα να ταξιδεύω από την Αθήνα όπου χρειάζεται να τραγουδήσω».
-Έχεις πει κατά καιρούς πως όποιος πάει για πρώτη φορά στη Λυρική συνήθως ξαναπάει… «Ναι, το πιστεύω αυτό και το βλέπω συχνά. Ίσως οφείλεται στο ότι η Όπερα είναι κοντά στο θέατρο κι ότι ο Έλληνας ως ιδιοσυγκρασία αγαπάει το μεγάλο θέαμα».
-Στην Καλαμάτα, πάντως, υπάρχει πλέον ένα κοινό που παρακολουθεί Όπερα χάρις τις δικές σου εμφανίσεις… Πώς βλέπεις αυτή την εξέλιξη;
«Θετική ασφαλώς και για μένα και για την όπερα».
-Πριν από ένα χρόνο σε άλλη συνέντευξή σου είχες δηλώσει ότι δεν είσαι αγανακτισμένος. Σήμερα έχεις άλλη γνώμη;
«Δε θα το έλεγα. Τα πράγματα είναι δύσκολα ασφαλώς και τα ζούμε όλοι στο πετσί μας, αλλά προσωπικά εξακολουθώ να μη συμπεριλαμβάνομαι σε αυτούς που βγαίνουν και διαδηλώνουν».
-Η κρίση έχει επηρεάσει τις δραστηριότητες της Λυρικής;
«Υπάρχει μια γενικότερα δύσκολη κατάσταση που μας αφορά όλους και όλοι τη βιώνουμε. Η Λυρική δεν αποτελεί εξαίρεση βέβαια».
-Από την περιπέτεια της κρίσης πιστεύεις ότι θα βγούμε αλώβητοι;
«Είμαι από τη φύση μου αισιόδοξος και θέλω να πιστεύω πως κάτι καλό θα προκύψει, τελικά, απ’ όλη αυτή την ιστορία. Άλλωστε, έτσι γίνεται πάντα. Η ζωή κάνει κύκλους. Μόνο όταν χάνεις κάτι, συνειδητοποιείς την αξία του και αρχίζεις να το αναζητάς πάλι».
-Τα σχέδιά σου για το επόμενο διάστημα ποια είναι;
«Θα είμαι στο Παλέρμο παίζοντας τον Ριγκολέτο και ύστερα στο Λονδίνο για το ρόλο του Πάολο στον Σιμόν Μποκανέγκρα του Βέρντι. Θα ακολουθήσει στις 3 Αυγούστου η συναυλία στον αρχαιολογικό χώρο της Αρχαίας Μεσσήνης. Κατόπιν διακοπές για δεκαπέντε μέρες στην Καλαμάτα φυσικά, πριν συνεχίσω στη Βενετία με Τραβιάτα».
-Πάντα στην Καλαμάτα επιστρέφεις για διακοπές;
«Πάντα και το ξέρεις καλά. Άλλωστε, εδώ είναι ο τόπος μου και οι πολύ δικοί μου άνθρωποι, οι γονείς μου και οι φίλοι. Από εδώ ξεκίνησα και είμαι πολύ υπερήφανος γι’ αυτό, και πάντα εδώ θα επιστρέφω. Άσε που κατά βάθος πιστεύω ότι από εδώ δεν έφυγα ποτέ. Η αύρα της Καλαμάτας είναι μαζί μου, όπου κι αν βρίσκομαι».