«Το “Θάρρος” ήταν και είναι
πάντα απέναντι στην εξουσία»
του Θανάση Παντέ
Μπαίνοντας στο κτίριο της εφημερίδας «Θάρρος» έχεις την αίσθηση ότι σε αγκαλιάζει μονομιάς η αύρα της ιστορικής διαδρομής του.
Όχι τυχαία, άλλωστε, αφού φέτος έφτασε αισίως τα 115 χρόνια συνεχούς παρουσίας στο γίγνεσθαι της Μεσσηνίας ως μαχητική εφημερίδα γνώμης, ενώ στις σελίδες του έχουν βάλει την υπογραφή τους μερικοί από τους σημαντικότερους δημοσιογράφους με πανελλήνια απήχηση. Όπως οι αδελφοί Βεντήρη, ο Φτέρης, ο Τσιμπιδάρος κ.ά.
Για το χθες, το σήμερα και το αύριο της εφημερίδας και του Τύπου γενικότερα μιλήσαμε με την κα Άντα Αποστολάκη, διευθύντρια του «Θάρρους», που συνεχίζει επάξια την οικογενειακή παράδοση της εφημερίδας, βάζοντας και τη δική της σφραγίδα δίπλα στους σημαντικούς προκατόχους της, συμβάλλοντας καθοριστικά στην καταγραφή της ιστορίας της Μεσσηνίας, αλλά και της Ελλάδας γενικότερα, αφού ο παρεμβατικός ρόλος του Τύπου, όταν είναι απαλλαγμένος από σκοπιμότητες, έχει ευρύτερη απήχηση.
-Το «Θάρρος» ξεκίνησε στις 4 Ιανουαρίου 1899. Ήταν η συνέχεια της «Πρόνοιας», που είχε αρχίσει να κυκλοφορεί ως εβδομαδιαία δύο χρόνια πριν και ο ιδρυτής της, Ιωάννης Αποστολάκης, αποφάσισε να την κάνει ημερήσια. Έτσι δημιουργήθηκε το «Θάρρος». Πώς επιλέχθηκε το όνομα; Υπήρχε κάποιο συγκεκριμένο σκεπτικό;
«Ήταν μια εποχή τότε που βγήκε το “Θάρρος” που σήμερα δεν μπορούμε να διανοηθούμε. Αυτό το γραφείο ήταν το γραφείο του ιδρυτή. Στο δεξί συρτάρι είχε ένα περίστροφο. Όταν έγραφε, είχε το περίστροφο δίπλα του. Γιατί το έκανε; Γιατί εδώ στην περιοχή διαφέντευε ο Μαυρομιχάλης, ο οποίος ήξερε ότι εκείνη την ώρα γραφόταν το κύριο άρθρο της εφημερίδας. Έτσι, λοιπόν, έστελνε τους ανθρώπους του, για να υποδηλώσουν με την παρουσία τους “πρόσεχε τι γράφεις”. Γι’ αυτό υπήρχε και το περίστροφο.
Αυτό το γεγονός δείχνει ότι τις συνθήκες υπό τις οποίες έβγαιναν τότε οι εφημερίδες δεν μπορούμε να φανταστούμε εμείς οι νεότεροι.
Το στίγμα του πώς ήταν η Καλαμάτα εκείνη την εποχή έδωσε ο Γεώργιος Βεντήρης με ένα άρθρο του το 1938, με τον τίτλο “Σαράντα χρόνια πίσω”.
Μέσα σ’ αυτά τα χρόνια που ακολούθησαν οι αλλαγές ήταν τρομακτικές και ιστορικά τις γνωρίζουμε. Και κάθε φορά, όταν έρχεται η 4η Γενάρη, αναρωτιέμαι πώς αυτό το “θηρίο” κατόρθωσε να επιβιώσει».
-Η απάντηση, υποθέτω, δεν έχει ακόμα βρεθεί…
«Ακόμα και για μένα που το θυμάμαι από τότε που γεννήθηκα, ουσιαστικά μεγάλωσα μέσα στο “Θάρρος”. Για μένα οικογένεια και “Θάρρος” ήταν ένα πράγμα. Παρ’ όλα αυτά, ειδικά εκείνη την ημέρα, πάντοτε σκέφτομαι αυτό που στην αρχή σάς είπα, πως είναι ένα θηρίο το “Θάρρος” που κατόρθωσε να επιβιώσει μέσα στο χρόνο.
Από την άλλη πλευρά, βέβαια, του έλαχε να έχει πάντοτε στο τιμόνι του ανθρώπους που δεν το είδαν ως επιχείρηση, ούτε ως μέσον, αλλά ως ένα κομμάτι της οικογένειάς τους, και ως ένα κομμάτι της παράδοσής τους, γι’ αυτό και πάντοτε το “Θάρρος” στάθηκε πάνω από την οικογένεια».
-Είναι μεγάλη κουβέντα αυτή…
«Είναι μία πραγματικότητα όμως».
-Ποια ήταν η στάση του «Θάρρους» απέναντι στην εξουσία στα χρόνια της δικτατορίας του Μεταξά;
«Το “Θάρρος” ήταν πάντοτε απέναντι στην εξουσία, στην αντίπερα όχθη. Για ένα διάστημα, μάλιστα, στην εποχή που αναφερόμαστε, ο παππούς μου, Μιχάλης Αποστολάκης, που ήταν τότε στο τιμόνι της εφημερίδας, είχε φυλακιστεί».
-Ήταν με το δικό της τρόπο αντιεξουσιαστική;
«Ακριβώς αυτό! Οι ιστορίες που έχω ακούσει, εντός κι εκτός οικογένειας, για τη στάση της εφημερίδας στην εποχή του ’40, είναι χαρακτηριστικές. Είναι τρομερό να σκεφτείς ότι, από τη μια πλευρά, ήταν τα συνθήματα των χιτών, που έλεγαν “όποιος διαβάζει ‘Θάρρος’, τον παίρνει ο χάρος”, και, από την άλλη πλευρά, ήταν το ΕΑΜ. Κατέβαιναν οι Εαμίτες, έπαιρναν τα μηχανήματα και τα πετούσαν σ’ ένα πηγάδι που υπήρχε τότε τέρμα Σταδίου.
Θέλω να πω ότι το “Θάρρος” δεν ήταν ποτέ στο κάρο της εξουσίας, πάντοτε απέναντι, και παρ’ όλα αυτά επιβίωσε».
-Το γεγονός ότι κατάφερε να πορευτεί στη μέση, πάνω σε τεντωμένο σκοινί, του έδωσε ένα ξεχωριστό, δικό του κοινό;
«Από προσωπικά βιώματα, μπορώ να πω ότι η στάση που κράτησε το “Θάρρος” όλα αυτά τα χρόνια του έδωσε το κύρος που χρειάζεται μία εφημερίδα. Ακόμα κι από ανθρώπους που δε διαβάζουν το “Θάρρος”, δεν το θέλουν και δεν το αγαπούν, ακόμα κι απ’ αυτούς αναγνωρίζεται ότι αυτή η εφημερίδα έχει μία αξιοπρέπεια. Για μένα αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό».
-Στα μετεμφυλιακά χρόνια πώς πορεύεται η εφημερίδα;
«Το “Θάρρος” ήταν με το Γερο–Παπανδρέου δυναμικά, ήταν μετά και με τον Ανδρέα Παπανδρέου».
-Αυτή η συμπόρευση με τους Παπανδρέου οφείλεται στη βενιζελογενή καταγωγή των δημιουργών της εφημερίδας;
«Έτσι είναι. Ο Μιχάλης Αποστολάκης με τον Ελευθέριο Βενιζέλο ήταν φιλικά συνδεδεμένοι, όπως και ο πατέρας μου Γιάννης Αποστολάκης με τον Γερο – Παπανδρέου. Με τον Ανδρέα Παπανδρέου είχαν μια κοινή διαδρομή ως συμφοιτητές, ήταν και φίλοι τότε, λόγω της βενιζελικής ιδεολογίας βεβαίως».
-Βλέπω τη φωτογραφία του Σταύρου Κωστόπουλου. Ποια η σχέση του με το «Θάρρος»;
«Η σχέση με τον Σταύρο Κωστόπουλο ήταν μια σχέση ψυχής πάνω από οτιδήποτε άλλο. Όταν πρωτοεμφανίστηκε στην πολιτική, ήταν πάρα πολύ φίλος με τον παππού μου, τον Μιχάλη Αποστολάκη. Μετά με τον πατέρα μου η σχέση ήταν σχέση ψυχής πρώτα και μετά πολιτική. Τον θυμάμαι ως μέλος της οικογένειάς μας. Ήταν πάντοτε παρών σ’ όλες τις σημαντικές συναθροίσεις που κάναμε».
-Την εποχή της αποστασίας δοκιμάστηκαν οι σχέσεις;
«Θυμάμαι χαρακτηριστικά το εξής: Ήταν βραδάκι, η Σταδίου τότε δεν ήταν ακόμα ανοιχτή, επομένως ήταν μια γειτονιά με αφάνταστη ησυχία, ενώ υπήρχαν και οι ρούγες. Βρισκόμουν, λοιπόν, στο ισόγειο, απέναντι από το “Θάρρος”, ενώ τα παράθυρα στο γραφείο του πατέρα μου ήταν ανοιχτά. Κάποια στιγμή μέσα στην ησυχία άκουσα τον πατέρα μου να λέει στον Κωστόπουλο διάφορες βαριές φράσεις λιμανιού, καταλήγοντας: “Πώς σκέφτηκες και το ’κανες αυτό;», εννοώντας βέβαια την αποστασία.
Τα βρήκανε, όμως, πάλι γρήγορα, γιατί, όπως είπα και πριν, η σχέση τους ήταν σχέση ψυχής πρώτα και μετά πολιτική. Άλλωστε, ο Κωστόπουλος ήταν και έμεινε ως το τέλος έντιμος άνθρωπος και ανιδιοτελής, με αξίες και ιδεώδη στη ζωή του, κι ο πατέρας μου το ήξερε αυτό. Τόσο πολιτισμένο άνθρωπο σαν τον Κωστόπουλο δε νομίζω ότι θα γνωρίσω στη ζωή μου».
-Στην εποχή της χουντικής επταετίας φαντάζομαι πως η εφημερίδα είχε προβλήματα με τη λογοκρισία.
«Θα σου πω το εξής για εκείνη την εποχή. Κάθε βραδάκι ερχόταν κάποιος από την Ασφάλεια, έπαιρνε τα κείμενα και σε ό,τι δεν τους άρεσε, έβαζαν ένα Χ. Αυτό, λοιπόν, είχε γίνει και με το κύριο άρθρο που αναφερόταν στον ερχομό του Καραμανλή. Το απαγόρευσε η λογοκρισία και η εφημερίδα κυκλοφόρησε με ένα Χ στην πρώτη σελίδα στη θέση του άρθρου.
Το δυστύχημα ήταν ότι ο πατέρας μου δε μιλούσε πολύ και το λέω δυστύχημα, γιατί κάποια γεγονότα όφειλε να τα μεταφέρει στις επόμενες γενιές και δεν το έκανε».
-Γιατί νομίζετε ότι δεν το έκανε;
«Θα σας πω το εξής. Τον ρώτησα κάποτε για κάποιο όνομα γνωστό που είχε επαφές με την Γκεστάπο και μπαινόβγαινε στο κτίριο που ήταν το Πανελλήνιο, ξέροντας ότι ξέρει. Μου απάντησε λέγοντάς μου: Άκου, παιδάκι μου, αν σου απαντήσω σ’ αυτό, εσύ θα κρίνεις μην έχοντας ζήσει εκείνη την εποχή και μη ξέροντας τις ιδιαιτερότητές της. Λοιπόν, καλό είναι κάποια πράγματα να ξεχνιούνται.
Αυτή ήταν η μία πλευρά, η άλλη ήταν πως κάποια πράγματα είναι αυτονόητα έτσι όπως είναι και δε χρειάζονται εξηγήσεις.
Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθώ να θεωρώ ότι ήταν πολύ άσχημο που δε μιλούσε για πολλά πράγματα. Όμως, θεωρώ πως είναι άλλο πράγμα να μιλήσω στον οποιονδήποτε κι άλλο πράγμα να μιλήσω σε κάποιον που εμπιστεύομαι την κρίση του».
-Είχε εμπιστευθεί την κρίση σας κατά καιρούς;
«Ναι, σε πολύ σημαντικά και προσωπικά θέματα, που όμως είχαν να κάνουν με τη δική του διαδρομή».
-Με όλη αυτή την παρακαταθήκη Ιστορίας που έχετε μέσω της οικογενειακής σχέσης με τον Τύπο, σκεφτήκατε να καταγράψετε σ’ ένα βιβλίο όλα αυτά για τις επόμενες γενιές;
«Όχι, δε με ενδιαφέρει κάτι τέτοιο. Όμως, κάποια πράγματα που τα θεωρώ σημαντικά, μου είναι αδιανόητο να μην τα πω στα παιδιά μου. Άλλωστε, πιστεύω πως, όποιος πραγματικά ενδιαφέρεται για κάτι, μαθαίνει πράγματα».
-Στη Μεταπολίτευση η σχέση του Αποστολάκη με τον Καραμανλή ποια είναι;
«Είχαν προσωπική γνωριμία. Νομίζω ότι ο πατέρας μου κρατούσε την αρχική άποψη που είχε από τη δεκαετία του ’50, πριν φύγει για το Παρίσι. Δε νομίζω να άλλαξε ποτέ αυτή την άποψη. Θεωρούσε ότι είχε έρθει πια ένας άλλος Καραμανλής. Και βέβαια, η θέση που είχε τότε το “Θάρρος” επί Ν.Δ. ήταν αυστηρή και κριτική».
-Όταν το ΠΑΣΟΚ γίνεται κυβέρνηση, η εφημερίδα τοποθετείται εξ αρχής υπέρ του. Αυτή η τοποθέτηση είχε επιπτώσεις στο πώς την αντιμετώπισαν οι Μεσσήνιοι;
«Είχε, έχει και θα έχει! Δεν ξέρω αν το ΠΑΣΟΚ θα υπάρχει, οι επιπτώσεις, όμως, θα εξακολουθούν να υφίστανται».
-Παρά τις επιπτώσεις, όμως, τόσο ο πατέρας σας όσο και εσείς στη συνέχεια, δεν κάνατε πίσω. Αυτή η συνέπεια σε θέσεις και απόψεις ανταμείφθηκε από το αναγνωστικό κοινό;
«Αντίθετα. Θα έλεγα πως πολεμήθηκε. Γιατί μπορεί να ήταν με το ΠΑΣΟΚ, αλλά πολλές φορές είχε έρθει σε ρήξη με πρόσωπα από το ΠΑΣΟΚ. Δεν είχε κανένα πρόβλημα ο πατέρας μου να συγκρουστεί με τον οποιονδήποτε».
-Στην εποχή του σκανδάλου Κοσκωτά τι γίνεται με το «Θάρρος»;
«Έχω βιωματικό γεγονός σε σχέση με εκείνη την εποχή. Ήταν μεσημέρι. Στο χώρο που τώρα βρισκόμαστε ήταν οικόπεδο, καθώς δεν είχαν αρχίσει ακόμα να χτίζονται οι καινούργιες εγκαταστάσεις του “Θάρρους”. Είχε, όμως, ένα μικρό σπιτάκι, στο οποίο υποτυπωδώς λειτουργούσαν τα γραφεία του “Θάρρους”. Ήμουν μόνη εκεί, όταν είδα να εμφανίζεται μπροστά μου ένα “ντερέκι” και να ζητάει έναν άντρα υπεύθυνο. Όταν του είπα ότι υπεύθυνη ήμουν εγώ, μου είπε: “Άκου να δεις, εγώ είμαι ο Μαμανέας και με γυναίκες δεν τα βάζω”. Επρόκειτο για τον πατέρα του Μαμανέα που είχε εμπλακεί στην υπόθεση “των πάμπερς” του σκανδάλου Κοσκωτά, ο οποίος με απείλησε δείχνοντάς μου το όπλο που είχε στο σακάκι του. Αφού φώναξε και είπε διάφορα για όσα γράφαμε τότε στην εφημερίδα, μου ξαναείπε πως με γυναίκες δεν τα βάζει ποτέ και έφυγε».
-Σας φόβισε αυτό το περιστατικό;
«Ομολογώ ότι είχα άγνοια κινδύνου. Ο πατέρας μου παρουσίαζε το σκάνδαλο Κοσκωτά όπως ήταν, αλλά ήταν και δίπλα στον Ανδρέα Παπανδρέου».
-Συμμεριζόταν το προσωπικό πρόβλημα που αντιμετώπιζε εκείνη την εποχή;
«Κι αυτό, αλλά συγχρόνως ποτέ δεν είχε πιστέψει ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν ο “παγαπόντης” που έλεγαν».
-Η εποχή Μητσοτάκη είναι δύσκολη για το «Θάρρος»;
«Πολύ δύσκολη. Θα σας πω το εξής: Το “Θάρρος” είχε κάνει αίτηση να ενταχθεί στον αναπτυξιακό νόμο. Παρότι ήταν πολύ ψηλά στη βαθμολογία, απορρίφθηκε, αλλά έπειτα από πολλά χρόνια κέρδισε την υπόθεση στο Συμβούλιο της Επικρατείας».
-Με το ΠΑΣΟΚ ξανά κυβέρνηση και τον Σημίτη πρωθυπουργό, ποιες είναι οι σχέσεις του «Θάρρους»;
«Υπάρχει στήριξη στο ΠΑΣΟΚ, αλλά όχι πια σε αρχηγό κόμματος, και δεν επιδίωξε καμία γνωριμία μαζί του».
-Όταν αναλάβατε την εφημερίδα μετά τον πατέρα σας, το 2000 που έφυγε από τη ζωή, επιδιώξατε να έχετε σχέσεις με τους αρχηγούς των κομμάτων ή επιδίωξαν αυτοί μέσω των Μεσσήνιων εκπροσώπων τους;
«Όχι. Δε συνέβη κάτι τέτοιο. Παρά το γεγονός ότι όλα αυτά χρόνια ήμουν στην εφημερίδα, για τους εκτός Μεσσηνίας δεν ήμουν η συνέχεια με την έννοια ότι ο πατέρας μου δε φρόντιζε να μου γνωρίσει πολιτικούς ηγέτες».
-Από τη δική τους την πλευρά έγινε προσπάθεια γνωριμίας, γνωρίζοντας την ιστορική υπόσταση του «Θάρρους»;
«Σε τοπικό επίπεδο, σε κεντρικό όμως όχι.
-Με τον Καραμανλή το νεότερο υπήρχε γνωριμία;
«Είχε έρθει στα γραφεία του “Θάρρους” μια φορά, όπως άλλωστε και η Ντόρα Μπακογιάννη, χωρίς αυτό να σημαίνει τίποτα το ιδιαίτερο».
-Με το νεότερο Παπανδρέου οι σχέσεις ποιες ήταν;
«Καμία σχέση. Δεν υπήρχε, άλλωστε, κανένας συνδεκτικός κρίκος».
-Ποιες ήταν οι σχέσεις του «Θάρρους» με τον Σαμαρά;
«Ο Σαμαράς είχε ένα ιδιαίτερο σεβασμό προς τον πατέρα μου ως προσωπικότητα, γι’ αυτό και υπάρχουν πολλά σημειώματα που του είχε στείλει. Σ’ ένα, μάλιστα, απ’ αυτά τον ευχαριστεί για τις συμβουλές που κατά καιρούς του είχε δώσει».
-Ήταν μια σχέση στο πλαίσιο της αστικής ευγένειας;
«Ναι και με δεδομένη τη διαφορά ηλικίας».
-Ως πρωθυπουργός πλέον ο Σαμαράς κρατά τη γνωριμία μαζί σας, όπως την είχε με τον πατέρα σας;
«Μπορώ να πω και το θεωρώ στα πολύ υπέρ του, ότι συνεχίσαμε μία σχέση, αλλά ουδέποτε ζήτησε κάτι ως στήριξη από την εφημερίδα και ουδέποτε του έδωσα κάτι ως στήριξη.
Η σχέση με τον Αντώνη Σαμαρά κι από τις δύο πλευρές είναι απόλυτα αξιοπρεπής, όπως ήταν και με τον πατέρα μου».
-Τα τελευταία χρόνια έχουν συντελεσθεί σημαντικές αλλαγές στον Τύπο και οι εξελίξεις είναι ραγδαίες.
Πώς βλέπετε αυτές τις αλλαγές;
«Τίποτα δεν μπορεί να μείνει στατικό, γιατί τότε πεθαίνει… Μοιραία, λοιπόν, πρέπει να γίνονται αλλαγές. Όμως, αυτό που πραγματικά ήταν άγχος και μόνιμο χρέος μου, ήταν η ψηφιοποίηση του αρχείου της εφημερίδας, η οποία και έγινε με ένταξη στο ΕΣΠΑ. Έχει σχεδόν τελειώσει μέχρι το 2002, ξεκινώντας από το 1899. Θα ακολουθήσει σύντομα και η επόμενη περίοδος.
Η προσβασιμότητα στο αρχείο γίνεται με συνδρομή. Θα ήθελα να είναι ελεύθερη η πρόσβαση, αλλά το κόστος ήταν πολύ μεγάλο, με δεδομένο ότι η συμμετοχή του ΕΣΠΑ ήταν μόνο 50%».
-Ο ρόλος της εφημερίδας στην εποχή του διαδικτύου ποιος θεωρείτε ότι θα είναι στο άμεσο μέλλον;
«Πάντοτε θεωρώ ότι ναυαρχίδα είναι το έντυπο “Θάρρος”. Υπάρχει, βέβαια, και το site, το οποίο έχει αναβαθμιστεί από το Δεκέμβρη του 2012 και έχει μια αλματώδη αύξηση επισκεψιμότητας».
-Θεωρείτε ότι ο έντυπος Τύπος θα αντέξει στην επέλαση του διαδικτύου;
«Ο έντυπος Τύπος απέναντι στο διαδίκτυο θα αντέξει, πιστεύω. Κάθε εφημερίδα, όμως, δυστυχώς, είναι και μια επιχείρηση, ιδιότυπη για μένα, κι από πεποίθηση το λέω. Δε θεωρώ επιχειρηματία τον εαυτό μου, με θεωρώ όμως καλή εφημερίδα. Αυτό είναι και το μειονέκτημα του “Θάρρους” με τους όρους της αγοράς, για μένα, όμως, είναι πλεονέκτημα.
Τα μηνύματα για τις επιχειρήσεις στον έντυπο Τύπο είναι κάκιστα και είναι άγνωστο, τελικά, τι θα γίνει».
-Το «Θάρρος» θα εξακολουθήσει να μένει αταλάντευτο στη γραμμή που έχει χαράξει από τότε που ξεκίνησε;
«Η γραμμή είναι μία. Αυτό που πιστεύει το “Θάρρος”, αυτό και υποστηρίζει και δεν εξυπηρετεί καμία σκοπιμότητα».