Η αναστήλωση ενός θησαυρού της μοναστηριακής αρχιτεκτονικής
Των Πέτρου Τσώνη και Σταύρου Μαρτίνου
Να την πούμε την αμαρτία μας: Μπαίνοντας στο Ανδρομονάστηρο και βλέποντας τον εκπληκτικό αυτό χώρο, το συγκρότημα των κελιών δεξιά, τον πύργο του ηγουμενείου στο βάθος, το περίτεχνο καθολικό στα αριστερά, τον άλλο πύργο δίπλα στο ναό με την τριώροφη τράπεζα του μοναστηριού, σκεφθήκαμε ότι οι μοναχοί που έζησαν κάποτε εκεί ήταν τυχεροί, μόνασαν σε ένα μέρος υπέροχο. Σε τέτοιες εγκαταστάσεις, περιτριγυρισμένες από ένα θαυμάσιο φυσικό περιβάλλον, πώς μπορούσαν οι μοναχοί να αφιερωθούν στην προσευχή και την ασκητική ζωή; Τόσο πολύ μας εντυπωσίασε το Ανδρομονάστηρο και μας οδήγησε σε αυτές τις ιερόσυλες σκέψεις.
Στο μοναστήρι, που βρίσκεται μετά την Αρχαία Μεσσήνη και τα Πετράλωνα, πήγαμε για να δούμε τις εργασίες που βρίσκονται σε εξέλιξη από την 26η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Και είχαμε την επιπλέον τύχη να μας μιλήσει για τα έργα η προϊσταμένη της Υπηρεσίας, δρ. αρχαιολόγος Ευαγγελία Μηλίτση-Κεχαγιά, η οποία μας πήγε παντού και μας εξήγησε τα πάντα.
Τα έργα πάνε καλά και το μοναστήρι, στο μεγαλύτερο μέρος του, θα έχει αναστηλωθεί μέχρι το τέλος του 2015. Το σημαντικό, βέβαια, δεν είναι μόνο να γίνει ένα έργο, αλλά να λειτουργήσει, και για τη λειτουργία του Ανδρομονάστηρου η 26η Εφορεία έχει ετοιμάσει μια εξαιρετικά σημαντική πρόταση. Αυτό το μοναστηριακό συγκρότημα, το σημαντικότερο της Μεσσηνίας και ένα από τα σημαντικότερα της Πελοποννήσου, προορίζεται να λειτουργήσει ως ένα σπουδαίο κέντρο πολιτισμού και θρησκευτικού τουρισμού.
Να ξεκινήσουμε, όμως, πρώτα από την ιστορία του Μοναστηριού, με τη σύντομη περιγραφή που μας έκανε η κ. Μηλίτση-Κεχαγιά: «Είναι ένα πολύ σημαντικό συγκρότημα, από την άποψη ότι επειδή εγκαταλείφθηκε νωρίς, πριν από το 19ο αιώνα, έχει διατηρηθεί αναλλοίωτο από νεότερες επεμβάσεις και διατηρεί πολλά αυθεντικά στοιχεία, που είναι πολύτιμα για τη μελέτη της μοναστηριακής αρχιτεκτονικής. Το καθολικό ανάγεται στο 12ο ή το 13ο αιώνα και στην ανατολική του πλευρά αναβλύζει πόσιμο νερό ακόμα, σε έναν υπόγειο πλακοσκεπή χώρο, από το οποίο υδρευόταν η Ανδρούσα, μέσω ενός υδραγωγείου ανατολικά, που επίσης σώζεται. Το καθολικό είναι το παλιότερο κτίσμα, αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος, διασώζει αποσπασματικά μαρμαροθετημένο δάπεδο, τμήματα του αρχικού μαρμάρινου τέμπλου εντοιχισμένα σε μεταγενέστερο κτιστό και τοιχογραφίες διαφόρων φάσεων, οι αρχαιότερες εκ των οποίων ανάγονται στο 13ο αιώνα».
Από την Υπηρεσία δεν επιβεβαιώνεται αυτό που εικάζουν ορισμένοι, ότι το Μοναστήρι (που πολλοί ονομάζουν και Ανδρονικομονάστηρο) φτιάχτηκε από τον Ανδρόνικο, διότι έζησε το 14ο αιώνα και στο καθολικό δεν υπάρχουν αρχιτεκτονικά στοιχεία της συγκεκριμένης περιόδου. Η αναστήλωση του μνημείου γίνεται με μελέτη που είχε εκπονηθεί με χρηματοδότηση της πρώην Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Μεσσηνίας. Ολοκληρώθηκε το 2009 και το σύνολο των έργων που προέβλεπε είχε προϋπολογισμό 3.000.000 ευρώ. Τελικά, στο ΕΣΠΑ εντάχθηκαν ορισμένα μόνο έργα της μελέτης, λόγω του υψηλού προϋπολογισμού, συνολικού ύψους 700.000 ευρώ, ενώ τον περασμένο Μάρτιο εντάχθηκαν κι άλλα έργα, με άλλα 1.200.000 ευρώ.
Ειδικότερα, όπως μας εξήγησε η κ. Μηλίτση-Κεχαγιά, στο πρώτο «πακέτο», των 700.000 ευρώ, εντάχθηκαν η αποκατάσταση της στέγης του καθολικού, καθώς, επίσης, του κτηρίου της τράπεζας και του εφαπτόμενου πύργου, τμήματα του μοναστηριού που χρειάζονταν επειγόντως αποκατάσταση. Στη στέγη του ναού ολοκληρώνεται, μετά τις επισκευαστικές εργασίες που προηγήθηκαν, η τοποθέτηση νέων κεραμιδιών, τα οποία είναι χειροποίητα, βυζαντινού τύπου, που φτιάχνονται στην περιοχή μας.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχαν τα έργα στην τριώροφη τράπεζα, η οποία αρχικά ήταν διώροφη, ενώ βρισκόταν σε τραγική κατάσταση πριν ξεκινήσουν οι εργασίες. Μάλιστα, κατά τις εργασίες αποκαλύφθηκαν οι μεγάλες κεραμίδες του αρχικού βυζαντινού κτίσματος, πάνω στις οποίες φτιάχτηκε ο τρίτος όροφος. Ένα τμήμα, δε, αυτής της δίρριχτης στέγης με τις κεραμίδες της έχει διατηρηθεί και θα εκτίθεται στους επισκέπτες.
Σημειώνεται ότι η τράπεζα φτιάχτηκε το 14ο αιώνα, ο τρίτος όροφος προστέθηκε αργότερα, ενώ ο πύργος ήρθε και κόλλησε στη δυτική πλευρά κατά το 18ο αιώνα περίπου.
Στο δεύτερο «πακέτο», με προϋπολογισμό 1.200.000 ευρώ, έχουν ενταχθεί ο νοτιοδυτικός πύργος, που ταυτίζεται με το ηγουμενείο, η πτέρυγα με τα κελιά και το διαβατικό της εισόδου. Σημειώνεται ότι στο ισόγειο της δυτικής πλευράς, κάτω από την πτέρυγα των κελιών, υπήρχαν οι αποθήκες, οι στάβλοι και πατητήρι. Το μόνο τμήμα του μοναστηρίου που δεν έχει μπει σε πρόγραμμα είναι το μαγκιπείο, όπου ετοιμαζόταν το φαγητό. Όμως και στο μαγκιπείο θα γίνουν εργασίες, από την ίδια την Υπηρεσία, δεδομένου ότι το ΕΣΠΑ δε χρηματοδοτεί συνεχιζόμενα έργα. Όλα τα παραπάνω έργα είτε έχουν προχωρήσει και κοντεύουν να ολοκληρωθούν, είτε ξεκίνησαν τώρα, είτε έχουν δρομολογηθεί. Το θέμα, λοιπόν, είναι τι θα συμβεί όταν ολοκληρωθούν, πώς θα αξιοποιηθεί αυτό το μνημείο. Μας είπε γι’ αυτό η κ. Μηλίτση-Κεχαγιά: «Έχουμε ετοιμάσει ένα σοβαρό και ολοκληρωμένο σχέδιο διαχείρισης, που πιστεύουμε ότι θα ενταχθεί στην επόμενη προγραμματική περίοδο, δεδομένου, μάλιστα, ότι αυτή δε θα χρηματοδοτήσει άλλες αναστηλώσεις και υποδομές, αλλά σχέδια αξιοποίησης υποδομών που έγιναν με τα προηγούμενα προγράμματα. Σκοπός του σχεδίου μας είναι να αναδειχθεί το μνημείο ως ένας σημαντικός σταθμός για την προβολή της μεσαιωνικής πολιτιστικής κληρονομιάς της Μεσσηνίας, σε συνδυασμό με τον εντυπωσιακό αρχαιολογικό χώρο της Αρχαίας Μεσσήνης, και να προσελκύει, εκτός από το θρησκευτικό, το επιστημονικό, καλλιτεχνικό, πολιτιστικό και τουριστικό ενδιαφέρον». Σε αυτό το πλαίσιο, η προϊσταμένη της 26ης Εφορείας παρουσίασε το σχέδιο της Υπηρεσίας της, που περιλαμβάνει τις εξής δράσεις και χρήσεις: -Η καθιέρωση «Διεθνούς φεστιβάλ βυζαντινής μουσικής: μουσική, μνήμη και μελέτη», που θα τεθεί υπό την αιγίδα των αρμόδιων φορέων και θα προωθεί την επιστημονική μελέτη και τη διάδοση της βυζαντινής μουσικής. Στο πλαίσιο αυτού θα δίνονται παραστάσεις από χορωδίες και καλλιτέχνες της βυζαντινής μουσικής και θα πραγματοποιούνται διαλέξεις από επιστήμονες -ιστορικούς, βυζαντινολόγους, μουσικολόγους- στους ορόφους της τράπεζας ή στα κελιά. Στόχος του φεστιβάλ είναι να σηματοδοτήσει το μνημείο ως πολιτιστικό χώρο συνάντησης επιστημόνων και καλλιτεχνών, προσκαλώντας το ευρύτερο κοινό να ανακαλύψει τις δεξιότητές του και να μυηθεί στα μυστικά της βυζαντινής μουσικής. -Η φιλοξενία περιοδικών εκθέσεων αρχαίων, βυζαντινών ή και σύγχρονων έργων τέχνης και η διοργάνωση συνεδρίων με θέματα βυζαντινού ενδιαφέροντος, σε συνεργασία με πανεπιστήμια και αρχαιολογικές σχολές, στους ορόφους της τράπεζας. -Η εγκατάσταση μόνιμης έκθεσης πινακίδων στα κελιά του ορόφου της δυτικής πτέρυγας. Θα παρουσιάζεται η ιστορία και αρχιτεκτονική του μνημείου, η λειτουργία των χώρων του και οι αναστηλωτικές επεμβάσεις, αλλά θα παρέχονται και πληροφορίες τόσο για τη μοναστηριακή αρχιτεκτονική εν γένει όσο και για το μοναστικό βίο. -Η διαμόρφωση του Συνοδικού σε αίθουσα προβολής ταινιών με θέματα: α. την οικοδομική ιστορία της μονής κατά τη διάρκεια των αιώνων, β. το μοναστικό βίο, γ. την ιστορία των βυζαντινών μνημείων του Δικτύου Μεσσήνης, δ. το αναστηλωτικό έργο της 26ης ΕΒΑ σε μεσσηνιακά μνημεία. -Ο σχεδιασμός και η διεξαγωγή εκπαιδευτικών προγραμμάτων απευθυνόμενων σε διαφορετικές ομάδες κοινού για την προβολή του μνημείου στην εκπαιδευτική κοινότητα. Στα κελιά του ορόφου της βόρειας πτέρυγας προτείνεται να στεγαστεί εργαστήριο τεχνών, όπου με τη βοήθεια σύγχρονων τεχνολογιών θα παρουσιάζονται στο κοινό θέματα που σχετίζονται με τη βυζαντινή τεχνολογία, τη δημιουργία έργων τέχνης, την τοιχογράφηση και την κεραμοποιία. Θα οργανώνονται και θα παρέχονται επιμορφωτικά σεμινάρια εναλλασσόμενων θεμάτων (βυζαντινά μουσικά όργανα, βυζαντινή ενδυμασία, οι τοιχογραφίες και τα χρώματα στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή Μεσσηνία, ένα βυζαντινό μοναστήρι, Ανδρομονάστηρο και αναστήλωση) σε εκπαιδευτικούς Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, προκειμένου να συνοδεύουν μαθητές σε ανεξάρτητες σχολικές επισκέψεις. Τέλος, μαθητές του Λυκείου, Γυμνασίου και των τελευταίων τάξεων του Δημοτικού θα μετέχουν σε προγράμματα τα οποία θα εφαρμόζουν τις αρχές της εκπαίδευσης εκτός σχολικής τάξης (outdoor education), με στόχο τη δημιουργική επαφή τους με τους χώρους του μοναστηριακού συγκροτήματος και το βυζαντινό πολιτισμό -εξερεύνηση μέσα από διαδραστικό παιχνίδι-, ώστε να αποκομίζουν μια βιωματική εκπαιδευτική εμπειρία. -Η λειτουργία ηλεκτρονικού αναγνωστηρίου με δυνατότητα δωρεάν ασύρματης πρόσβασης στο διαδίκτυο, σε ένα από τα κελιά του ορόφου της βόρειας πτέρυγας.
-Η λειτουργία πωλητηρίου στο στάβλο βόρεια του πατητηριού. Σε αυτό θα διατίθενται βιβλία και αναμνηστικά αντικείμενα θεμάτων σχετιζόμενων με τα μνημεία του Δικτύου Πολιτιστικών Διαδρομών Μεσσήνης, καρτ-ποστάλ, χαρτικά είδη με παραστάσεις θεμάτων του μνημείου και των μνημείων Μεσσήνης και παιδική σειρά, προωθώντας την περαιτέρω προβολή.
-Η πραγματοποίηση περιοδικών οινοπαρουσιάσεων στον κεντρικό στάβλο που γειτνιάζει με το πατητήρι της μονής και η διάθεση-πώληση παραδοσιακών προϊόντων των τοπικών συλλόγων στις πλευρικές αποθήκες.
-Η στέγαση αναψυκτηρίου σε μία εκ των αποθηκών για την εξυπηρέτηση του κοινού κατά τη διεξαγωγή των πολιτιστικών εκδηλώσεων.
-Η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών μικρής κλίμακας και μικρής γεννήτριας για την κάλυψη των αναγκών των εκδηλώσεων.
Τέλος, επειδή είναι αρκετά τα σημαντικά μνημεία στην ευρύτερη περιοχή του Δήμου Μεσσήνης, η κ. Μηλίτση-Κεχαγιά σημείωσε ότι πρέπει αυτά να αποτελέσουν ένα δίκτυο πολιτιστικών διαδρομών αρχαιολογικών χώρων και μνημείων, καθιστώντας την περιοχή εξαιρετικά σημαντικό πολιτιστικό και τουριστικό προορισμό. Τα μνημεία αυτά είναι το νέο και το παλιό μοναστήρι του Βουλκάνου, ο αρχαιολογικός χώρος της Αρχαίας Μεσσήνης, ο ναός της Σαμαρίνας (Ζωοδόχου Πηγής), το υδραγωγείο και το αναστηλωμένο κάστρο της Ανδρούσας και, φυσικά, το Ανδρομονάστηρο. Κλείνοντας, υπογράμμισε τη μεγάλη βοήθεια που παρέχει στην Υπηρεσία της, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων του, ο Δήμος Μεσσήνης.
Στο Ανδρομονάστηρο οδηγούν δύο δρόμοι. Ο ένας, ασφαλτοστρωμένος, από την Αρκαδική Πύλη της Αρχαίας Μεσσήνης και ο δεύτερος, χωματόδρομος σε ένα τμήμα του, από την Ανδρούσα. Σύμφωνα με τη Μητρόπολη Μεσσηνίας, το μοναστήρι αυτό, όπως και το κυρίαρχο του Βουλκάνου, υπήρξαν Σταυροπηγιακά, δηλαδή απευθείας εξαρτώμενα από το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης. Από το 1786 και μέχρι το 1929 υπαγόταν ως μετόχιο στην Ιερά Μονή του Θεοβαδίστου όρους Σινά και μετά από 33 χρόνια ιδιοκτησιακού καθεστώτος, μόλις το 1962, περιήλθε στη δικαιοδοσία της Μητρόπολης Μεσσηνίας.