[συνέντευξη στον Σταύρο Μαρτίνο]
Το σήμερα και το χθες του τόπου μας. Το νήμα που συνδέει το παρόν με την ιστορία. Οι άνθρωποι, οι αποφάσεις τους, οι πράξεις τους, τα έργα τους. Πτυχές αυτής της συναρπαστικής διαδρομής στο χρόνο, με τους αναρίθμητους σταθμούς ανθρώπινης δημιουργίας και τα πολλά γεγονότα, άλλοτε τραγικά και άλλοτε χαρμόσυνα, είχαμε τη μεγάλη τύχη να ανακαλύψουμε μέσα από το κατά γενική αναγνώριση εξαιρετικό έργο της Αναστασίας Μηλίτση-Νίκα, της προϊσταμένης των Γενικών Αρχείων του Κράτους στη Μεσσηνία. Ξεκίνησε το έργο της στη συγκεκριμένη Υπηρεσία του υπουργείου Παιδείας πριν από 30 χρόνια, έχοντας μόνο μια σφραγίδα. Έφτασε η ώρα της συνταξιοδότησής της και αφήνει «κληρονομιά» κάτι αληθινά σπουδαίο, το Σπίτι της Ιστορίας της Μεσσηνίας, με εκατοντάδες αρχεία, με χιλιάδες τεκμήρια, με 15 σημαντικά βιβλία και με ένα υπέροχο κτήριο που έχει παραχωρηθεί στην Υπηρεσία από το Δήμο Καλαμάτας. Το να την ευχαριστήσουμε είναι το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε για όσα πρόσφερε.
Σε ένα σύντομο απολογισμό της θητείας σας στα ΓΑΚ-Μεσσηνίας, τι θα περιλαμβάνατε;
Μετά μία πορεία 30 και πλέον χρόνων στη θέση ευθύνης των Γενικών Αρχείων του Κράτους στη Μεσσηνία (από την πρώτη στιγμή λειτουργίας τους) και παραβλέποντας τις αντικειμενικές δυσκολίες που ταλανίζουν διαχρονικά τις Αρχειακές Υπηρεσίες, θα κρατούσα μόνο τις δημιουργικές και γόνιμες προσπάθειες που κατέβαλα, ώστε να στηθεί και να «μεγαλώσει» το Σπίτι της Ιστορίας στη Μεσσηνία. Ξεκινώντας, λοιπόν, με μία μόνο σφραγίδα στο χέρι και φθάνοντας, τώρα, στο τέλος της επαγγελματικής μου διαδρομής, ως ξεχωριστό σταθμό θα θεωρούσα την εξασφάλιση Στέγης για την Υπηρεσία μας, στο νεοκλασικό κτίριο της οδού Αριστοδήμου 22 (1.040 τ.μ.), το οποίο μας παραχώρησε δωρεάν για 40 χρόνια, το 2014, ο Δήμος Καλαμάτας. Γι’ αυτό αισθάνομαι την ανάγκη, για άλλη μια φορά, να εκφράσω τις ειλικρινείς ευχαριστίες μου στο τότε Δημοτικό Συμβούλιο.
Η σπουδαιότητα της παραχώρησης έγκειται στο ότι τα εκατοντάδες αρχεία και τα χιλιάδες αρχειακά τεκμήρια που συγκεντρώθηκαν όλα αυτά τα χρόνια (από το 1993), βρήκαν επιτέλους τη δική τους ασφαλή θέση στα οργανωμένα αρχειοστάσια αυτού του κτιρίου. Πρέπει να πω ότι η πρόσκτηση όλου αυτού του μεγάλου σε όγκο υλικού, όπως εκπαιδευτικά αρχεία, συμβολαιογραφικά, υποθηκοφυλακείων, δικαστικά, ιδιωτικά, δημοτικά, διοικητικά, φωτογραφικά, επιχειρήσεων κ.ά., δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση αρχικά.
Γιατί; Γιατί υπήρχαν και υπάρχουν ελλείψεις σε προσωπικό και, το κυριότερο, η υπηρεσία ήταν εν πολλοίς άγνωστη στο ευρύ κοινό, επομένως υπήρχε μεγάλη επιφυλακτικότητα έως και καχυποψία, ιδιαίτερα σε σχέση με την πρόσκτηση ιδιωτικών αρχείων.
Η εμπιστοσύνη κερδήθηκε βήμα βήμα και σε αυτό συνέβαλε: Η άμεση εξυπηρέτηση των πολιτών και ερευνητών που επισκέπτονται καθημερινά το Αναγνωστήριό μας. Η ψηφιοποίηση μέρους των αρχείων μας, πράγμα που έδωσε τη δυνατότητα σε μαθητές, φοιτητές και ιστορικούς να αντλούν πληροφορίες ακόμη και από απόσταση. Η παρουσίαση εκπαιδευτικών προγραμμάτων σε μαθητές/τριες. Η οργάνωση εκθέσεων (π.χ. για τους Έλληνες και Αρμένιους πρόσφυγες, για την Ιερά Μονή Δήμιοβας, για την ιστορία της Παραλίας με τον τίτλο «Ντουάνα» κ.ά.). Κυρίως, όμως, η έκδοση των 15 βιβλίων μας, που ζωντανεύουν πτυχές της ιστορίας του τόπου μας. Προσπάθησα, όπως βλέπετε, όλα αυτά τα χρόνια, και με τη βοήθεια αξιόλογων κατά καιρούς συναδέλφων, να εξαντλήσω όλες τις δυνατότητες ανάδειξης της αρχειακής μας κληρονομιάς, παρότι αρκετές από τις γενόμενες δράσεις δεν ήταν υποχρεωτικές (π.χ. εκδόσεις), γιατί είχα πάντα την αγωνία και τη φιλοδοξία ο χώρος των αρχείων να μη θεωρείται και να μην είναι χώρος αποθήκηςσκονισμένων εγγράφων.
Κάθε βιβλίο σας, κάθε εκδήλωσή σας, έγινε δεκτή από το κοινό με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και είχε πολύ μεγάλη επιτυχία. Το περιμένατε ότι θα συμβεί έτσι; Πώς
το εξηγείτε;
Η έκδοση κάθε βιβλίου ήταν μια μικρή, αλλά άκρως ενδιαφέρουσα περιπέτεια. Ήταν μια όαση στην καθημερινότητά μου, ένα γοητευτικό ταξίδι στο χθες, μια ανάγκη, μια προσπάθεια να πάω όσο γίνεται πιο κοντά στην εποχή που περιέγραφα. Το ενδιαφέρον του κόσμου και η όποια επιτυχία, όπως λέτε, θεωρώ ότι οφείλεται στο γεγονός ότι ήταν ενδιαφέρουσες και επιτυχημένες οι επιλογές των αρχείων που αξιοποιήθηκαν. Έβγαλαν στο φως κρυμμένες και λησμονημένες ιστορίες του τόπου μας, συγκίνησαν και εν τέλει έδειξαν ότι μικροί και μεγάλοι δεν είναι
αδιάφοροι για το παρελθόν τους, τις ρίζες τους. Εδώ, ας προστεθεί ότι ίσως έπαιξε ρόλο και ο τρόπος παρουσίασής τους, εύληπτος και παραστατικός, εν είδει λευκώματος, τουλάχιστον τα πιο πρόσφατα απ’ αυτά.
Η έρευνα και το βιβλίο που για εσάς είχε το μεγαλύτερο ενδιαφέρον ποια είναι;
Αντιλαμβάνεσθε ότι κάθε βιβλίο έχει κάτι να πει. Κάθε βιβλίο είναι μία ψηφίδα, μικρότερη ή μεγαλύτερη δεν έχει σημασία, απαραίτητες όμως όλες, και οι 15, για τη σύνθεση του παζλ της τοπικής μας ιστορίας. Μπορείς να αγνοήσεις ό,τι έδωσε η έρευνα σχετικά με την ιδιωτική και δημόσια εκπαίδευση στη Μεσσηνία (Μέση Εκπαίδευση Μεσσηνίας, Αρσάκειο); Ή για τη βιομηχανική ιστορία της Καλαμάτας (Κυλινδρόμυλοι «Ευαγγελίστρια», Καπνοπωλεία-Καπνεργοστάσια); Ή για τους γαμήλιους θεσμούς της περιοχής μας (Καλαματιανά Προικοσύμφωνα 1890- 1900); Ή για τα Γλυπτά Μνημεία του Κοιμητηρίου μας 1870- 1940;Ή για τους πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στην πόλη μας (Έλληνες Μικρασιάτες πρόσφυγες, Αρμένιοι πρόσφυγες);Ή για την ξενοδοχειακή της εξέλιξη;
Ωστόσο, αν πρέπει να ξεχωρίσω ένα, θα διάλεγα το λεύκωμα με τον τίτλο «Καλαμάτα. Οδοιπορικό σε πλατείες και δρόμους της πόλης 1830-1940», που επιμελήθηκα μαζί με την τότε συνάδελφό μου Χριστίνα Θεοφιλοπούλου. Ήταν δύσκολο εγχείρημα, γιατί δε στηριχθήκαμε σε ένα μόνο αρχείο, αλλά σε εκατοντάδες τεκμήρια που προέρχονταν από δεκάδες αρχεία. Χρειαζόταν σε βάθος γνώση του αρχειακού πλούτου της υπηρεσίας μας. Ήταν το απαύγασμα μιας πολύχρονης εμπειρίας. Υπάρχει κάποιο θέμα που θα θέλατε αλλά δεν προλάβατε ή δεν μπορέσατε για άλλους λόγους να το παρουσιάσετε σε βιβλίο; Τα θέματα δεν εξαντλούνται ποτέ. Ναι, θα ήθελα να είχα αρχεία ώστε να γράψω για το βιομηχανικό κλάδο της μεταξουργίας στην πόλη της Καλαμάτας, ή για την ιστορία των νεοκλασικών της κτηρίων, ή να παρουσιάσω κι άλλα φωτογραφικά αρχεία, όπως έγινε, για παράδειγμα, με το αρχείο του Αλειφέρη. Ο κόσμος που επισκέπτεται τα Γενικά Αρχεία του Κράτους συνήθως τι ψάχνει; Είναι ικανοποιητική η επισκεψιμότητα;
Εκτός από τους πολίτες που καθημερινά μάς επισκέπτονται προκειμένου να προσκομίσουν τεκμήρια απαραίτητα για την επίλυση δικαστικών τους διαφορών, συνταξιοδοτικά τους κ.ά., η κύρια κίνηση, που χρόνο με το χρόνο βαίνει διαρκώς αυξανόμενη, αφορά σε ερευνητές φοιτητές, μεταπτυχιακούς, ιστορικούς, ομογενείς το καλοκαίρι, αλλά και απλούς πολίτες που συνήθως ψάχνουν το γενεαλογικό τους δένδρο, την ιστορία του χωριού τους, του σχολείου τους, την οικονομική και κοινωνική εξέλιξη της πόλης τους κ.ά.
Τι χρειάζονται τα Γενικά Αρχεία του Κράτους για να συνεχίσουν την τόσο σπουδαία προσφορά τους;
Τα Γενικά Αρχεία του Κράτους δεν είναι μια συνηθισμένη δημόσια υπηρεσία (ανήκουν στο υπουργείο Παιδείας). Ασφαλώς και χρειάζονται περισσότερο προσωπικό, καθώς και οικονομική στήριξη και υλικοτεχνικές υποδομές, που δυστυχώς τα τελευταία 5-6 χρόνια δεν παρέχονται, γι’ αυτό ασφυκτιούμε. Κυρίως, όμως, χρειάζονται ανθρώπους με ιστορική αντίληψη, με γνώσεις πληροφορικής, με μεθοδικότητα, με προσοχή στη λεπτομέρεια. Ανθρώπους που να διαφυλάσσουν την ιστορική μνήμη και να μπορούν να διαχειρίζονται την παραγόμενη και μελλοντικά χρησιμοποιήσιμη ιστορική πληροφορία: γραπτή, ψηφιακή, φωνητική, οπτική. Μα, πάνω απ’ όλα, ανθρώπους με μεράκι. ■