Οι αυτοφυείς ορχιδέες του Ταϋγέτου
και της ευρύτερης Μεσσηνίας
«Ιδιαίτερες προσωπικότητες»
της Μαρίας Κουμουνδούρου
Η οικογένεια των ορχεοειδών είναι από τις νεότερες του φυτικού βασιλείου. Είναι ακόμη σε περίοδο εξέλιξης και παρουσιάζουν πολλές ιδιαιτερότητες μεταξύ των ειδών και παραλλακτικότητες μεταξύ των υβριδίων. Είναι φυτά μονοκότυλα αγγειόσπερμα πολυετή, ποώδη, κυρίως αυτότροφα. Το ριζικό τους σύστημα είναι επί το πλείστον
βολβοειδές (ορισμένες έχουν κονδυλώδη ριζώματα), αποτελείται από δύο κονδύλους,ο ένας εκ των οποίων καταναλώνεται κατά την περίοδο της άνθισης, καιαναπαράγεταιγια την επόμενη περίοδο βλάστησης.
Επίσης,υπάρχουν ορχιδέες με ρίζες ριζώματα π.χ. Dactyloriza saccifera, που φύονται σε
φτωχά εδάφη με μυκόριζες (σχέση ρίζας-μικκυλίου μύκητα, οι μύκητες απορροφούν σάκχαρα, αμινοξέα κ.ά. ουσίες από τις διάφορες ρίζες που βοηθούν στην απορρόφηση υγρασίας ανόργανων ουσιών, όπως φώσφορο, ψευδάργυρο, χαλκό), έτσι βοηθούν τους βολβούς των ορχιδεών που δεν έχουν οργάνωση ριζιδίων απορρόφησης,που είναι φτωχοί σε θρεπτικά συστατικά.
Οιπαρασιτικές συμβιώνουν εφ’ όρου ζωής με τον ξενιστήτους, πάνω σε δένδρα ή σε διάφορα δενδρόφυτα σε αποσύνθεση.
Τα εδάφη που φύονται
οι αυτοφυείς ορχιδέες
Τα εδάφη που φύονται οι γεώφυτες ορχιδέες είναι συνήθως ασβεστολιθικά (ορισμένες φύονται σε ελαφρώς όξινα pH 4,5 έως 6,5 ή βασικά pH 6,5 έως 8), σε 15-20 εκ. βάθος περίπου. Τα συστατικά του εδάφους που επιλέγουν είναι φερτά υλικά σε ακαλλιέργητες περιοχές, μείγμα από διαβρώσεις υψηλότερων περιοχών, αποθέσεις της κόκκινης σκόνης του Αιγαίου (από την έρημο Σαχάρα), χώμα,φύλλα και φρύγανα σε αποσύνθεση, με σύγχρονη βροχόπτωση, το humus (κομπόστ) που δημιουργεί η φύση. Οι επίφυτες παρασιτούν εις βάρος άλλων φυτών, όπως οι κάκτοι φοίνικες κ.ά.(τα χρησιμοποιούν ως ξενιστές).
Οι ελληνικές ορχιδέες
Το όνομα της ορχιδέας είναι ελληνικό και το πήρε από την ομοιότητα των κονδύλων της με τους ανδρικούς όρχεις. Η αναπαραγωγή της βασίζεται αποκλειστικά στα έντομα.
Προκειμένου να τα προσελκύσουν, έχουν διαμορφώσει πολύπλοκες εξελικτικές προσαρμογές και ανάλογα με το έντομο που θα τα γονιμοποιήσει, αποκτούν τη μορφή σε παραλλακτικότητα με το χρωματικό ιριδισμό του εντόμου επικονιαστή. Άλλοτε ελκυστικότητα με φερορμόνη (άρωμα για σεξουαλική εξαπάτηση του αρσενικού εντόμου), ενώ κάποιες αυτο-γονιμοποιούνται, όπως π.χ. η Ophrys apifera. Οι σπόροι των ορχιδεών είναι πολυπληθείς και μικροσκοπικοί. Για να φυτρώσουν χρειάζονται οι περισσότερες ημισκιερά και ακαλλιέργητα εδάφη σε ορεινές και ημιορεινές λιόφυτες περιοχές, ή σε θαμνώνες, όπως η Anacamptis fragrans η αρωματική, η Οphrys cor/nuta (μελισσάκι) σε μέσα και χαμηλά υψόμετρα, το σπάνιο ιμαντόγλωσσο Himantoglossum hirsinum σε πευκοδάση και μεγαλύτερα υψόμετρα. Η Orchis palustris σε πληθυσμούς σε 3 θέσεις με υγρασία (ή βάλτους). Η Serapias orientalis,4 είδη στη Μεσσηνία, φύεται από χαμηλά έως και ημιορεινά υψόμετρα. Χρειάζονται σταθερό μικροκλίμα και προστατευμένο περιβάλλον, γιατί και με ιδανικές συνθήκες
θα χρειαστούν πολλά χρόνια για να ανθίσουν, περίπου από 3 έως και 8.
Η ενδελεχής έρευνα πεδίου είναι ελλιπής γενικά στην Ελλάδα, μόνο ορισμένες περιοχές με πολλαπλής μορφής ανάπτυξη έχουν σχεδόν πλήρη καταγραφή χλωρίδας, όπως η Κρήτη, η Αττική, η Ρόδος, το φαράγγι του Βίκου κ.ά. Στη Μεσσηνία έχουν γίνει δειγματοληψίες για χαρτογράφηση και μερική καταγραφή από εραστές της φύσης, με ορισμένες δημοσιεύσεις και αναρτήσεις στο διαδίκτυο.
Η καταγραφή των στοιχείων με έρευνα πεδίου του κάθε βιότοπου μιας περιοχής είναι η βάση σχεδιασμού προστασίας του οικοσυστήματος, που χαρακτηρίζει το περιβάλλον των αυτοφυών και δη των ενδημικών, χλωρίδας και πανίδας (ήδη καταστράφηκαν 3 περιοχές μετά την έρευνά μας και ο ένας βιότοπος στον Ταΰγετο για τη διάνοιξη
μικρής παράκαμψης δρόμου).
Ταΰγετος
Στον Ταΰγετο ευδοκιμούν 1.000 είδη από την ελληνική χλωρίδα, 120 ενδημικά της Ελλάδας και 33 ενδημικά του Ταϋγέτου (με πρόσφατες νέες ανακαλύψεις, όπως η Ophrys taygetica και 2 Ophrys στον Ταΰγετο). Ενδελεχής έρευνα δεν έχει γίνει ακόμη (γίνονται προσπάθειες από ομάδα καθηγητών και έρευνα φοιτητών και πτυχιακή, του ΤΕΙ Καλαμάτας, για την καταγραφή των αυτοφυών).
Ειδικότερα για τις αυτοφυείς ορχιδέες έχει ξεκινήσει έρευνα εδώ και 2 χρόνια, ενδεικτικά σε 5 τοποθεσίες του Ταϋγέτου, 3 της Μεσσηνιακής Μάνης και 8 της ευρύτερης Μεσσηνίας. Το εγχείρημα έχει ξεκινήσει από το 2009 η Μαίρη Κουμουνδούρου (ερευνήτρια-φοιτήτρια τότε της σχολής ΣΤΕΓ).
Στην Ευρώπη υπάρχουν περί τα 350 είδη ορχιδέας και στην Ελλάδα 200 -210 περίπου, ενώ ακόμη καταγράφονται νέα φυτά.
Γεωπολιτικά
O Ταΰγετος(25.000.000 ετών) και ο Πάρνωνας είναι τα παλαιότερα βουνά της Πελοποννήσου και διατηρήθηκαν πάνω από τη θάλασσα, όταν η υπόλοιπη Πελοπόννησος καταβυθίστηκε πριν από εκατομμύρια χρόνια. Από την εποχή που η στεριά (η Αιγηίδα) ένωνε την Ελλάδα με τη Μ. Ασία. Διατηρούνται από την αρχαία χλωρίδα: το Θάλικτρον της Ανατολής (Thalictrum orientale) και o αγριόκεδρος Γιουνίπερος ο δρυπώδης(Juniperus drupacea) ή Συριακή Άρκευθος.
Είναι οι μοναδικοί βιότοποι που επιβίωσαν σε όλο τον κόσμο. Η γεωμορφολογία του Ταϋγέτου, δηλαδή οι απότομες ψηλές κορυφές και τα φαράγγια με τα κατακόρυφα δυσπρόσιτα τοιχώματα, τον απομονώνει από τις γύρω όμορεςπεριοχές, ενώ στις φάσεις μετακίνησης των φυτών αποτελεί γεωγραφικό αδιέξοδο προς νότο.
Οι συνθήκες αυτές δημιουργούν γεωγραφική απομόνωση των μικρο κλιμάτων, που ευνοούν την ενδογαμία και την ενδημικότητα. Αποτέλεσμα: αφ’ ενός, δεν έχουν ευρωστία, γίνονται ευαίσθητα σε ασθένειες και, αφ’ ετέρου, οδηγούνται σε εκφυλισμό των γενετικών τους χαρακτηριστικών, έτσι αποκτούν ιριδισμούς, παραλλακτικότητα και διαφοροποιούνται από το μητρικό φυτό, σε σημείο να χαρακτηρίζονται υβρίδια ή νέο είδος.
Οι έρευνες σε αυτές τις περιπτώσεις χρειάζονται την παρέμβαση ειδικών επιστημόνων γενετικής,
για τον καριότυπο και τη φαινοτυπική ταξινόμηση με ανάλογες εργαστηριακές αναλύσεις, που πρέπει να πραγματοποιηθούν.
Πολλαπλασιασμός
Οι τοπικοί άνεμοι, η μεταφορά σκόνης από την Αφρική με τους στροβιλώδεις ανέμους, περνώντας από την Κρήτη και άλλες περιοχές της Μεσογείου, της Μ. Ασίας και του Αιγαίου την περίοδο ωρίμανσης και διασποράς των λεπτόκοκκων σπορίων των ορχιδεών, τους διασκορπίζει σε διάφορες περιοχές.
Επίσης, τα μεταναστευτικά πουλιά στους διακομιστικούςσταθμούς τρέφονται με έντομα που φέρουν σπόρους ή πίνουν νερό με επιπλέοντες μικροσκοπικούς σπόρους, που τους μεταφέρουν με την αφόδευση κατά τη διαδρομή προς άλλες χώρες.
Τέτοιες περιπτώσεις είναι η Ophrys Lutea της Β. Αφρικής, προς Κρήτη, Μεσσηνία και άλλα μέρη, η Ophrys ariadnea της Κρήτης προς τα Κύθηρα, η σπάνια ίριδα της Β.
Ελλάδας στον Ταΰγετο και 2 άλλες θέσεις στη Μεσσηνία και η ενδημική ίριδα της Κρήτης σε μικρό πληθυσμό στα800μ.μ. στον Ταΰγετο κ.α.
Η ποικιλία των βιοτόπων του Ταϋγέτου και της ευρύτερης Μεσσηνίας είναι παράδεισος για τις άγριες αυτοφυείς ορχιδέες. Υπάρχουν μεγάλες υψομετρικές διαφορές και βιοποικιλότητα εδαφών για τις απαιτήσεις των περισσότερων ειδών και υβριδίων.
Έτσι συνυπάρχουν είδη που ευδοκιμούν στη Β. Ελλάδα μεείδη που βρίσκουμε στην Κρήτη, π.χ. Serapias lingua, Αnacamptis pyramydalis, Dactyloriza saccifera και Dactyloriza sabucina, Himantoglosum caprinum, Ophrys mammosa, Barlia robertiana κ.ά.
Ophrys argolica
«Έχουν γραπτό λόγο», Διοσκουρίδης, και είναι ενδημικές της Α. Πελοποννήσου.
Φύονται στις παρυφές της ευρύτερης περιοχής του Ταϋγέτου 8 υβρίδια με παραλλακτικότητα του ενδημικού είδους Ophrys argolica, ενδημικά της Α. Πελοποννήσου.
Οι ορχιδέες στο μύθο και την αρχαιότητα
Ο Θεόφραστος(6.& 8.1) περιγράφει ανοιξιάτικο φυτό πουδιαρκεί περισσότερο από τα άλλα,είναι «γραπτό», δηλαδή, έχει γράμματα με μαύρο φόντο, δηλαδή ορχιδέες Ophrys.
Την εικόνα αυτή ερμηνεύουν ως σημάδια θρήνου. Έτσι, τα παιδιά στη γιορτή της θεάς Δήμητρας κρατούσαν στεφάνια από αυτά τα λουλούδια που έφεραν γραπτή ένδειξη πένθους, για να δηλώσουν τη θλίψη για την απαγωγή της κόρης της Περσεφόνης (Παυσανίας 2.35).
Ο Διοσκουρίδης παρατήρησε ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ των δύο βολβών της ορχιδέας και, κατά τη γνώμη του, τους μεγαλύτερους τους έτρωγαν οι άνδρες για να κάνουν
αγόρια και τους μικρότερους οι γυναίκες για να κάνουνκορίτσια. Τα ορχεοειδή ήταν αφιερωμένα στον Διόνυσο, τους Σατύρους και τους Σιληνούς που τον συνόδευαν.
Η Οrchis italica, που τα σέπαλά της θυμίζουν αυτιά, τη μακριά ουρά στους λοβούς της γλώσσας, μας κάνουν ναυποθέσουμε ότι ήταν το σατύριο των αρχαίων.
Ο Διοσκουρίδης(3.33 – 3.135) ξεχώριζε δύο είδη,το:
α) «σατύριο ή ερυθρόνιο» με χαρακτηρισμό:
σατυρίσκος, πριαπίσκος, που δήλωναν τη γονιμότητα (ο Πρίαπος συμβόλιζε τηναέναη γονιμότητα της φύσης και των αμπελιών), και
β) το «νάρκισσο».
Όμως, είναι λευκός, δεν ανταποκρίνεται στα στοιχεία του μύθου.
Συμπεράσματα
Η σωστή πληροφόρηση των πολιτών, εκτός της οικειοποίησης με τις περιοχές που χρήζουν σχεδιασμού και προστασίας (π.χ. οι πυρκαγιές ερημώνουν ολόκληρες περιοχές),δίνει τη δυνατότητα του ενεργού πολίτη που είναι υπεύθυνος και συμμετέχει στα προγράμματα της διατήρησης του φυσικού κάλλους του οικοσυστήματος που διαβιεί.
Η ανάπτυξη στενών βιωματικών σχέσεων μεταξύ πολίτη και εποχικών θεματικών περιβαλλοντικών ενημερώσεων και σχολικών εκδρομών επιβάλλεται.
Σημαντικότερο είναι η εξωστρέφεια προς άλλες χώρες μεπληροφόρηση για σωστή αειφορική διαχείριση, με ανάλογα προγράμματα από την πολιτεία και τους εκπαιδευτικούς φορείς, ώστε τα ανταποδοτικά οφέλη να είναι πολλαπλής μορφής, και λύσεις διεξόδου από την οικονομική κρίση. Όπως, π.χ., οι εκδόσεις εντύπων, η παραγωγή νέων μεθόδων ιστοκαλλιέργειας, in vitro κ.ά. στην παραγωγήνέων καλλωπιστικών ειδών ή και οπωροκηπευτικών. Έτσι εμπλουτίζουν την έρευνα αγοράς στη λίστα «επαγγελματικής εξειδίκευσης στην εντοπιότητα», τη διαχείριση καιτην προστασία των βιοτόπων.
Επίσης, θα μπορούσε να δώσει περισσότερες ευκαιρίες και επιλογές για επαγγελματικό προσανατολισμό, κατάρτιση και απασχόληση σε νέους πολίτες.
Μεθοδολογία έρευνας
Η έρευνα σε πρώτο επίπεδο βασίστηκε σε γραπτή αναζήτηση σε διάφορες πηγές. Κατόπιν έγινε αναζήτηση πληροφοριών από ντόπιους κατοίκους του κάθε διαμερίσματος για ό,τι εύρημα υπήρχε από σπάνια χλωρίδα. Κατόπιν δημιουργήθηκε πρόγραμμα φωτογράφισης.
Οργανώθηκε ομάδα επιστημονικής έρευνας πεδίου που θα ολοκληρωθεί στο σύνολο σε 8 χρόνια περίπου.
Προϋπήρχε σχετικό αρχείο από διάφορες εκδρομές και εκδηλώσεις. Ταξινομήθηκε και με την πρόοδο των εργασιών πήρε η έρευνα την τελική της μορφή.
Χάρτης διασποράς άγριας ορχιδέας στη Μεσσηνία
(PanosTsakonas)