Ιανουάριος 16, 2025
Κ. Γεωργούλη 27, Καλαμάτα 24100, Μεσσηνία
Τεύχος 294 Πρόσωπα

Κατερίνα Μαντωνανάκη

«Το TOP SHOP έχει την ταυτότητά μου»

 

Είκοσι χρόνια παρουσίας συμπλήρωσε στην Καλαμάτα το κατάστημα επώνυμων ειδών μόδας TOP SHOP και η δημιουργός του, Κατερίνα Μαντωνανάκη, έχει κάθε λόγο να αισθάνεται υπερήφανη.

Δύσκολος και απαιτητικός ο χώρος της μόδας, με ατελείωτες ώρες έμπνευσης και δουλειάς, αλλά η Κατερίνα έχει καταφέρει να δώσει το στίγμα των επιλογών της.

Το TOP SHOP είναι κατάστημα με τη δική του προσωπικότητα και αυτή την έχει διαμορφώσει η εκρηκτική ιδιοσυγκρασία της Κατερίνας Μαντωνανάκη, που δικαιολογημένα και χωρίς καθόλου έπαρση δηλώνει: «Το TOP SHOP είμαι εγώ».

Η θετική της αύρα το επιβεβαιώνει και στη συζήτηση που ακολουθεί:

-Πώς ξεκίνησε, λοιπόν, το TOP SHOP στην Καλαμάτα και κατάφερε να συμπληρώσει 20 χρόνια ζωής;

«Κατ’ αρχάς, το όνομα έχει ιστορία. Το TOP SHOP πήρε το όνομά του από το πασίγνωστο TOP SHOP της Αγγλίας, που είναι πολύ παλιά αλυσίδα καταστημάτων με μοδάτα ρούχα και αξεσουάρ.

Θυμάμαι χαρακτηριστικά στην Oxford Street να περιμένει πλήθος κόσμου για να το επισκεφθεί. Για να κατοχυρώσω, λοιπόν, το όνομα συνεργάστηκα μαζί τους, γιατί είχε και δική του παραγωγή ρούχων, που ήταν του γούστου μου, γεγονός που έκανε τη συνεργασία ευκολότερη όπως καταλαβαίνεις.

Ό,τι φιλοξενείται εκεί, στο παγκοσμίως γνωστό TOP SHOP, γίνεται γρήγορα γνωστό. Κάπως έτσι ξεκίνησε η ιδέα κι έγινε πραγματικότητα. Πρώτα στην Αθήνα και μετά εδώ στην Καλαμάτα».

-Στην καρδιά της μόδας εξ αρχής…

«Μιλάμε για το 1989 στην οδό Ομήρου στη Νέα Σμύρνη, ένα μικρό αλλά εντυπωσιακό μαγαζάκι, που δε γινόταν να μην μπεις. Και να σκεφτείς ότι βρισκόταν στο β΄ όροφο.

Εκεί έβρισκες συλλεκτικά εκκεντρικά κομμάτια, γνωστά αλλά και άγνωστα brand names, που στη συνέχεια έγιναν αναγνωρίσιμα, αυτά τότε στην Αθήνα τα πουλούσαν μόνο 2-3 μαγαζιά.

Απ’ αυτό το μαγαζάκι, λοιπόν, πέρασαν πολλοί επώνυμοι της περιοχής (Μαντώ, Τζόυς Ευείδη, Αγγελική Ηλιάδη, Καίτη Γαρμπή, τα κορίτσια του ΤΣΑΟ ΑΝΤ1 κ.ά.).

Μπορεί το μαγαζάκι να ήταν μια “τρύπα”, όπως έλεγε κι ο τότε συνεργάτης μου Καλογήρου, της γνωστής φίρμας υποδημάτων, αλλά αυτή η “τρύπα” έκανε τρελές πωλήσεις».

-Σήμερα νοσταλγείς εκείνη την εποχή;

«Έχω πολλά να θυμηθώ από τότε. Καταστήματα ιστορικά όπως το Remember, το ACROBAT, το Works, τη Louisa Shop, όλα αυτά σε Πλάκα – Μοναστηράκι – Κολωνάκι και, βέβαια, την εντυπωσιακή αγορά της Μυκόνου. Τα εκκεντρικά ρούχα της συλλογής μου είναι από εκεί. Είχα την τύχη να εργαστώ στο Κολωνάκι ως πωλήτρια ρούχων κι είχα έτσι την ευκαιρία να “ντύσω”, να εξυπηρετήσω και να γνωρίσω πολλούς επωνύμους. Λόγω περιοχής, αφού το Κολωνάκι ήταν τότε η μοναδική αγορά ρούχων και υποδημάτων επωνύμων, ήρθα σε προσωπική επαφή με μοναδικούς ανθρώπους της μόδας, όπως Γαβαλάς, Σωτηρόπουλος (SOTRIS), Ασλάνης, Βελουδάκης, Ζήνας, Μητρόπουλος, οι οποίοι με βοήθησαν αργότερα στις επιχειρήσεις μου. Κι αυτό έγινε, γιατί εκτίμησαν το πάθος και την αγάπη μου για το επάγγελμα, κάτι σπάνιο για αυτούς τους ανθρώπους, οι οποίοι λόγω φόρτου εργασίας δεν ασχολούνταν με ονειροπαρμένα κοριτσάκια».

-Η Καλαμάτα πώς προέκυψε στη ζωή σου;

«Εντελώς τυχαία. Σχεδίαζα να ανοίξω τους επαγγελματικούς μου ορίζοντες προς τη Μύκονο, που εκείνα τα χρόνια ήταν διεθνές κέντρο μόδας και τη γνώριζα καλά, αφού την επισκεπτόμουν συχνά λόγω του dj αδελφού μου Στέλιου, που εργαζόταν στο θρυλικό Remezzo. Να σου πω, επίσης, ότι στον αδελφό μου οφειλόταν και η απίστευτη μουσική που ακουγόταν στο TOP SHOP.

Κι ενώ σχεδίαζα να πάω Μύκονο, ήρθα στην Καλαμάτα για να ολοκληρώσω τις υποχρεώσεις μου ως αθλήτρια του μπιτς βόλεϊ που ήμουν, κάνοντας πρωταθλητισμό από τα 13.

Ήρθα, λοιπόν, Καλαμάτα, φτάσαμε στην πόλη ξημερώματα και βλέποντας τον ήλιο να ανατέλλει αργά πάνω από τον Ταΰγετο, το μπλε τοπίο, για να συναντήσει τα αστέρια που έφευγαν με το χάραμα, την ερωτεύτηκα. Ξέχασα τη Μύκονο κι έμεινα εδώ εκείνο το καλοκαίρι να κάνω διακοπές. Έμεινα μέχρι σήμερα, δημιουργώντας το TOP SHOP».

-Ποιο, τελικά, είναι το μυστικό της επιτυχίας σου;

«Το γούστο μου, η γνώση μου και το χάρισμά μου να δημιουργώ ατμόσφαιρα, αλλά και ωραίες βιτρίνες. Το TOP SHOP άνοιξε το 1993 στην Καλαμάτα και έφερε την ανατροπή στην πόλη, αφού μέχρι τότε δεν υπήρχε κανένα άλλο εξειδικευμένο κατάστημα νεανικών ρούχων μόδας με επώνυμα brand names, σε αντρικά και γυναικεία, με απίστευτη ποικιλία συλλογών, καθώς και εξεζητημένα παπούτσια και αξεσουάρ.

Το TOP SHOP συγχρόνως ήταν και χώρος διασκέδασης με τις μουσικές συλλογές που παρουσίαζε από τους καλύτερους του είδους.

Ο κόσμος της Καλαμάτας αγκάλιασε θερμά το TOP SHOP και νομίζω ότι στάθηκε αντάξιο της εμπιστοσύνης αυτής.

Η επιτυχία βρίσκεται στις λεπτομέρειες, που κάνουν ένα μαγαζί ξεχωριστό. Το TOP SHOP είναι μαγαζί με εξειδίκευση και οι πελάτες του αντιμετωπίζονται ως ξεχωριστές περιπτώσεις.

Όποιο μαγαζί κι αν άνοιξα, ποτέ δεν ήταν απρόσωπο, έχουν τη δική μου ταυτότητα και υπογραφή σε όλα τα είδη.

Στο TOP SHOP, επίσης, έβρισκες brand names, με τα οποία έχω ντύσει γνωστούς πολιτικούς, ηθοποιούς, τραγουδιστές, οι οποίοι εμπιστεύονται το ένστικτο και την αντίληψή μου. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλά χρόνια αργότερα το άγνωστο αλλά σικάτο και ποιοτικό ρούχο που αγόρασαν από το TOP SHOP ήταν πλέον αναγνωρίσιμο και γνωστό».

-Τελικά, το TOP SHOP είσαι εσύ…

«Ναι, ύστερα από τόσα χρόνια σε αυτό το χώρο, μπορώ να το ισχυριστώ με βεβαιότητα και το έχω αποδείξει άλλωστε».

-Δεν ήταν πάντα όλα ρόδινα, φαντάζομαι.

«Όχι βέβαια. Προβλήματα πάντα υπήρχαν και υπάρχουν. Είναι πολύ λυπηρό ότι στην Ελλάδα οι νέοι δεν παίρνουν αυτή τη δουλειά στα σοβαρά κι έτσι είναι δύσκολο να βρεις συνεργάτες αντάξιούς σου. Μπορεί να έχεις φτιάξει το καλύτερο μαγαζί με τα ωραιότερα ρούχα, να έχεις την πιο ελκυστική βιτρίνα και μπαίνοντας να φύγεις σε 5 λεπτά χωρίς να το καταλάβεις. Αυτό είναι το σημαντικότερο πρόβλημα όλων των εξειδικευμένων καταστημάτων, όπως το δικό μου, γι’ αυτό και όλο το βάρος πέφτει πάνω μας. Έτσι μπόρεσαν οι πολυεθνικές και δημιούργησαν το self service».

-Ύστερα από τόσα χρόνια στο χώρο αυτό, νιώθεις κουρασμένη;

«Όχι! Αισθάνομαι πάντα δημιουργική όπως τότε που ξεκίνησα. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου δεν ήμουν ποτέ χωρίς δουλειά και χρήματα, φρόντιζα πάντα να είμαι αυτόνομη για να έχω την ποιότητα ζωής που ήθελα και θέλω να έχω.

Δε με συντήρησαν ποτέ οι γονείς μου, ούτε στήριξαν κανένα όνειρό μου.

Άκουσε. Αυτή η δουλειά βασίζεται στην άμεση επικοινωνία. Η πώληση είναι χάρισμα και δε διδάσκεται, ούτε εύκολα μεταδίδεται, πρέπει έτσι να γεννηθείς.

Το κάθε ρούχο θέλει και τον κατάλληλο άνθρωπο. Βλέπεις τον πελάτη και καταλαβαίνεις τι θέλει, τι του πάει, πώς θα αναδειχθούν τα δυνατά του σημεία και θα κρυφτούν τα αδύνατα. Δε φοβήθηκα ποτέ να προτείνω και εκκεντρικές επιλογές στους πελάτες μου και πάντα δικαιώθηκα».

-Είσαι εκκεντρική τελικά;

«Είμαι ανήσυχη στυλιστικά και πάντα είχα ξεχωριστό και έντονο ντύσιμο, με ακριβά και καλά υφάσματα, από άγνωστα στην Καλαμάτα σχέδια επώνυμων σχεδιαστών. Η εξειδίκευσή μου στα ρούχα οφείλεται στις σπουδές μου σε Pansik – Veloudakis και τις πολύ καλές γνωριμίες μου με ανθρώπους του χώρου και, βέβαια, στο γούστο μου.

Πολλά έχω πάρει κι από τη μητέρα μου, που είχε σπουδάσει μοδιστρική κι έφτιαχνε αριστουργήματα. Όσο για το ταλέντο στην πώληση, το πήρα από τον πατέρα μου, που διέπρεψε ως έμπορος κατά τη δεκαετία του ’70 (μεταξύ άλλων, είχε ντελικασέτεν φρούτων με βιτρίνα, παρακαλώ)».

Η κρίση έχει επηρεάσει τη δουλειά σου;

«Δε με τρομάζει η κρίση, γιατί μπορώ να την αντιμετωπίσω λόγω εμπειρίας. Αισθάνομαι, όμως, ταπεινωμένη γιατί, αν είχα γεννηθεί σ’ άλλη χώρα, θα ήμουν ίσως μεγάλη και τρανή στο χώρο της μόδας. Δυστυχώς, εδώ τους παραγωγικούς ανθρώπους δεν τους αξιοποιούν για να επιπλέουν οι φελλοί. Η διαφορά μας με τους ξένους είναι στο γούστο, κάτι πολύ σημαντικό, αλλά και στην «τεμπελιά» μας ως λαός, που ταυτίζεται με τη φιλοσοφία των πολιτικών μας, «αρπαχτές και χρήμα χωρίς κόπο».

Εκεί είναι και η διαφορά μας. Το εξωτερικό έχει πειθαρχία, συνέπεια και καλό αποτέλεσμα. Δεν είπες ποτέ πάω Ελλάδα για ψώνια, είπες πάω Ιταλία, Λονδίνο, ακόμα και Τουρκία, αν είναι δυνατόν! Φυσικά, αυτό οφείλεται στο promotion της χώρας, που σιγά σιγά κερδίζει έδαφος παγκοσμίως. Μπορεί η Τουρκία να είναι μια τριτοκοσμική χώρα με κακόγουστους πολίτες, αυτοί όμως είναι πιο έξυπνοι σε ό,τι αφορά την παραγωγή και την προώθηση, κάτι σαν τους Κινέζους που δεν υπάρχει τίποτα στο κόσμο που να μην κατασκευάζουν. Τους ανθρώπους του χώρου μου η Ελλάδα δεν τους βόηθησε ποτέ, κι ας είχε σχεδιαστές αντάξιους του εξωτερικού, που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν επισκεψιμότητα στη χώρα για παπούτσια και ρούχα εξαιρετικής ποιότητας. Δεν κάναμε αυτό που έκανε η Ιταλία και το Λονδίνο, που κατάφεραν να έχουν συνάλλαγμα από τη χώρα».

-Κάνεις σχέδια για το μέλλον;

«Πάντοτε, γιατί μου αρέσει αυτό που κάνω. Είναι πολύ δημιουργικό να επιλέγεις ρούχα, να τα παντρεύεις τέλεια μεταξύ τους, να στήνεις μαγαζιά με λειτουργικότητα και ελκυστικές βιτρίνες και να κερδίζεις την εμπιστοσύνη των πελατών.

Εκτός απ’ αυτά, όμως, θα ήθελα κάποια στιγμή να αναλάβω το «μουχλιασμένο» Εμπορικό Σύλλογο Καλαμάτας, ώστε να βοηθήσω τους ντόπιους εμπόρους να βρούμε νέους τρόπους επιβίωσης απέναντι στα πολυεθνικά «θηρία»  που ήρθαν και θα ‘ρθουν στην «παρθένα» αγορά μας. Μπορούμε όλοι μαζί, γιατί είμαστε περισσότεροι, να χαλάσουμε τα σχέδια σε αυτούς που σκοπό έχουν να μας κλείσουν, αλλά αυτό δε θα το επιτρέψουμε αμαχητί. Και ναι, γιατί όχι, μαζί με την τουριστική άνοδο, να καταφέρουμε να πείσουμε και να πούμε… «Πάμε για shopping στην Καλαμάτα;».

Μια από τις μελλοντικές μου δραστηριότητες θα είναι να ασχοληθώ περισσότερο ως image maker σε γυναίκες καριέρας της Καλαμάτας. Να πω και κάτι τελευταίο για τα 20 χρόνια του TOP SHOP στην Καλαμάτα. Θέλω να ευχαριστήσω τον κόσμο, άντρες και γυναίκες, που πέρασαν από το κατάστημά μου και να τους βεβαιώσω ότι θα συνεχίσω με το ίδιο πάθος».