Η πρώτη πολεμική σύγκρουση μεταξύ ελληνικών και τουρκοαιγυπτιακών δυνάμεων
{του Δημοσθένη Κορδού}
υποψήφιου Διδάκτορος Ιστορίας,
Αρχαιολογίας & Διαχείρισης Πολιτισμικών
Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου
Η απόβαση του Ιμπραήμ στην Μεθώνη
Το συνταρακτικό μήνυμα της εμφάνισης του αιγυπτιακού στόλου στα νοτιοδυτικά παράλια της Πελοποννήσου έφθασε στην Προσωρινή Διοίκηση του Ναυπλίου με επιστολή που έστειλε ο Διονύσιος Μούρτζινος στις 10 Φεβρουαρίου 1825 από την Καρδαμύλη. Παράλληλα, ο στρατηγός Παναγιώτης Γιατράκος, ευρισκόμενος εις τα Βουνάρια γράφει προς τον Μούρτζινο την 11η Φεβρουαρίου 1825: «Εν ολίγοις σας ιδεάζω, αδελφέ, τον εμφανισμόν του εχθρικού στόλου εις τα εδώ μέρη…Όλοι καταγίνονται εις προφύλαξιν των φαμιλιών και των πραγμάτων των, εγω δε με τους ολίγους ιδικούς μου διώρησα τας αναγκαίουσας φυλακάς,…ήλθον με μέρος του σώματος των στρατευμάτων και οι αδελφοί μου στρατηγοί Νικολάκης και καπετάν Λιάκος και ο ανεψιός μου Ανδρέας, μετά των οποίων στέκομαι προθύμως εμψυχώνων και τους εντοπίους και παρατηρών και τα εχθρικά κινήματα…».
Έτσι ο Ιμπραήμ πασάς αποβιβάζεται στο λιμάνι της Μεθώνης, την 12η και 13η Φεβρουαρίου, με πενήντα περίπου πλοία και με συνολική δύναμη 4.000 περίπου ανδρών, ενώ κατά την απόβαση θα πνιγούν 50 στρατιώτες.
Οι αμυντικές προσπάθειες των Ελλήνων
Ο στρατηγός Γιατράκος με λίγες εκατοντάδες συνεπαρχιώτες του και ντόπιους πολεμιστές διατηρεί την προϋπάρχουσα πολιορκία της Κορώνης, ενώ μαζί με τον αδερφό του Νικολάκη πηγαίνουν στις 14 Φεβρουαρίου 1825 στα χωριά Μηλίτσα και Μηνάγια και από εκεί κάνουν αναγνώριση της ευαίσθητης περιοχής μέχρι το χωριό Γρίζι, σχεδιάζοντας να τοποθετήσουν στα τρία αυτά σημεία στρατιωτικές προφυλακές και ετοιμάζουν ένα στρατιωτικό σχέδιο, το οποίο εξέθεσε ο Νικολάκης Γιατράκος, στις 14 Φεβρουαρίου 1825, στον ντόπιο αρχηγό Ιωαν. Καραπαύλο, τον έπαρχο και τους προκρίτους της Κορώνης:
«Σήμερις, με τον αυταδελφόν μου αρχηγόν επήγαμε εις Μηλίτζαν και εξεπατήσαμε αυτήν την θέσιν. Απ΄αγνάντι μας έδιξε ο παπάς που ήτον μαζί μας και την θέσιν εις την Γρίντζη, μας έδειξε και άλλο εν μέρος όπου ημπορούν να εβγούν οι εχθροί (εννοεί τα Μηνάγια). Εκάμαμε σκέψιν και θέλουν το ολιγώτερον να πιάσουν αυτές τις τρείς θέσεις και εις την κάθε θέσιν να κτιστή ένας φούρνος, να πηγαίνη αλεύρι, να βγάζη εκεί το ψωμί. Και έτζι γίνεται τελεία πολιορκία της Μοθώνης από τούτο το μέρος…Και αυτές οι τρείς θέσεις να οχυρωθούν από το εδικόν μου σώμα και από εντόπιους ….και να τους βιάσωμε όλους τους εκεί ευρισκόμενους οπλαρχηγούς να πιάσουν εις τα Χίλια Χωριά και Μεσωχώρι, να συστήσουν και αυτοί πολιορκίαν από εκείνο το μέρος…»
Βάση του σχεδίου αυτού, θα συνεχιζόταν η πολιορκία της Κορώνης και θα αποκλείονταν όλες οι διαβάσεις για να απομονωθεί το αιγυπτιακό στράτευμα. Έτσι η διάταξη των ελληνικών σωμάτων κατά την 18 Φεβρουαρίου 1825 ήταν η ακόλουθη: ο γενικός αρχηγός της πολιορκίας Παναγιώτης Γιατράκος τοποθετήθηκε στον Αγ. Δημήτριο με 100 άνδρες καθώς και ο Ιωάννης Καραπάυλος με 50 ντόπιους, ενώ νοτιότερα στη θέση Γερακάδες ήταν ο αδερφός του Νικόλαος Γιατράκος με τον ανιψιό τους Ανδρέα και 350 περίπου άνδρες. Ο Λιάκος Γιατράκος πήρε θέση μεταξύ Μηλίτσας και Μηναγίων με μικρή δύναμη 50 ανδρών, ενώ ο Κορωναίος Δημήτρης Βοϊλας με μικρή δύναμη 30 στρατιωτών τάχθηκε στο Γρίζι. Παράλληλα ο Αναστάσιος Μαυρομιχάλης με 300 στρατιώτες επιτηρούσε τις διαβάσεις του αυχένος Χανδρινού – Χίλια Χωριά.
Σε αυτές τις άσχημες συνθήκες ο στρατηγός Π. Γιατράκος στέλνει επιστολή προς την Διοίκηση, στις 15 Φεβρουαρίου 1825, γράφοντας: «…Την απόβασιν εις Μοθώνην των εχθρών και ότι εκτός του φρουρίου έστησαν υπέρ τας τετρακόσιας σκηνάς, πληροφορούμεθα εκ Νεοκάστρου. Χθές από την εις Μηνάγια προφυλακήν μας επληροφορήθημεν ότι μέρος από τους εχθρούς έφιπποι και πεζοί εξήλθον ξεπατούντες τον τόπον και επροχώρησαν εως τον Άγιον Ηλίαν εις τα Χίλια Χωριά. Επηραν μίαν στάνην και δύο βόδια, εκεί ευρέθη και ο καπετάν Αδάμης Κορέλλας με πέντε στρατιώτας και τους εκτήπησεν, ομοίως και μερικοί Σουληναρέοι και Ρωμηρέοι, με μεγάλην δε αψυχίαν ετράπησαν αμέσως εις τοιαύτην φυγήν οι εχθροί, ώστε οι δικοί μας εσκότωσαν ένα και έπιασαν και δύο ζώντας,…. ωχύρωσα την προφυλακήν Γριζίου και διώρισα τους εντοπίους να πιάσωσι και τα θέσεις Μηλίτσας και Μηνάγια. Και καθ΄όσον ηδυνάμην ενήργησα όσα απαιτούνται εις προφύλαξιν και ασφαλειαν της επαρχίας ταύτης…».
Η επιστολή αυτή δείχνει καθαρά πως ο στρατηγός Π. Γιατράκος, εάν και δεν έχει τις απαιτούμενες στρατιωτικές δυνάμεις (οι αντίπαλες δυνάμεις εκ πρώτης όψεως ήταν 7 προς 1, στην πραγματικότητα όμως υπολείπεται και του 40 προς 1) θέλει να εμποδίσει το πέρασμα του εχθρού στην ενδοχώρα της Μεσσηνίας.
Η μάχη στην περιοχή των Κάτω Μηναγίων
Βάση των πληροφοριών σχετικά με τις θέσεις των Ελλήνων, οι Αιγύπτιοι αιφνιδιαστικά, μέσα στην νύκτα τις 18ης Φεβρουαρίου, οδηγούμενοι από τους Τούρκους της Μεθώνης, προχώρησαν ανατολικά με κατεύθυνση προς το φρούριο της Κορώνης, χωρισμένοι σε δύο φάλαγγες. Η πρώτη βάδισε κατευθείαν από τη Μεθώνη προς την Κορώνη, ενώ η άλλη κινήθηκε βορειότερα, περνώντας από Μεσοχώρι και Μεμερίζι, και με σκοπό να κτυπήσει πιο ψηλά, ώστε να αποκόψει τις ελληνικές πολιορκητικές δυνάμεις που βρίσκονται μεταξύ Κάτω Μηναγίων και Μηλίτσας. Σοβαρότερη φάλαγγα ήταν η πρώτη καθώς την αποτελούσαν τέσσερα τάγματα πεζικού, 400 ιππείς και αρχηγός της ήταν ο Ιμπραήμ. Η πρώτη φάλαγγα επιτέθηκε αιφνιδιαστικά την αυγή της 19ης Φεβρουαρίου στην προφυλακή που βρισκόταν στο Γρίζι. Η προφυλακή των Ελλήνων, γύρω στους 30 στρατιώτες, μόλις είδαν την ισχυρή δύναμη των Αιγυπτίων διέφυγαν στα γύρω βουνά. Οι Αιγύπτιοι έπιασαν εκεί δύο ηλικιωμένες και καμιά δεκαριά χωρικούς στα χωράφια και τους κατακρεούργησαν.
Η άλλη φάλαγγα κτύπησε βορειότερα την ισχυρότερη αριθμητικά προφυλακή της Μηλίτσας που βρισκόταν νότια των Κάτω Μηναγίων. Το τοπωνύμιο αυτό σήμερα ονομάζεται «Λια το μνήμα» (την δεκαετία του 1930 βρέθηκαν στην συγκεκριμένη περιοχή ανθρώπινα οστά). Αυτή τη θέση κρατούσαν ο στρατηγός Λιάκος Γιατράκος και μερικοί ντόπιοι, με συνολική δύναμη 50 στρατιώτες. Ο Λιάκος έδωσε μάχη προβάλλοντας απεγνωσμένη αντίσταση, προξενώντας στον εχθρό αρκετές απώλειες, παρότι το σώματα του ήταν μικρό σε σχέση με την πολυπληθέστερη δύναμη των Αιγυπτίων. Βλέποντας όμως ότι δεν θα μπορούσε να κρατήσει επί πολύ την πίεση του εχθρού, που μάλιστα διέθετε και ιππικό, υποχώρησε πολεμώντας. Κατά την μάχη αυτή οι έλληνες είχαν πέντε νεκρούς και δύο τραυματίες. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν και ο Αθανάσιος Αποσποράκος Τσαούσης, εξάδερφος του Λιάκου Γιατράκου.
Ήταν αυγή ακόμη όταν ο αρχηγός των ελληνικών δυνάμεων, στρατηγός Παναγιώτης Γιατράκος που βρισκόταν στην πολιορκία της Κορώνης, έλαβε την είδηση ότι οι Αιγύπτιοι ανέτρεψαν την αντίσταση του αδελφού του Λιάκου και εξεβίασαν τη δίοδο προ τη Μηλίτσα. Αμέσως απέσυρε δυνάμεις από τον Άγιο Δημήτριο και από τους Γερακάδες και έτρεξε προς τα Βουνάρια για να τους ανακόψει. Στον δρόμο όμως έμαθε ότι η πρώτη είδηση ήταν ψεύτικη και ότι ο Λιάκος κρατούσε ακόμη. Αμέσως έστειλε για βοήθεια τον άλλο αδελφό Νικολάκη με το σώμα του και μερικούς Κορωναίους υπό τον Ηλία Καραπαύλο.
Σε επιστολή που στέλνει ο στρατηγός Π. Γιατράκος προς την Διοίκηση γράφει σχετικά με τη μάχη αυτή: «Εις δε Μηλίτζαν όπου ήτον ο αυταδελφός μου καπετάν Λιάκος φιλοτιμηθείς με όλον ότι οι εκεί διωρισμένοι εντόπιοι κατέφυγον εις προφύλαξιν των φαμελιών των, συνεκρότησε πόλεμον μετά των εχθρών. Ήτον όμως αδύνατον με ολίγους και ανεφοδίαστους στρατιώτας να εμποδίση την δίοδο των εχθρών, οίτινες νυκτός ως άνωθεν ήσαν προχωρημένοι, αντεστάθη όμως εις την ιππικήν δύναμιν του εχθρού, καθ΄όσον ηδυνήθη, και πολεμών ανεχώρησεν. Εις αυτήν την συμπλοκήν έπεσαν εις εξάδελφος μας Αθανάσιος Αποσποράκος Τσαούσης του εξ. στρατηγού Γεωργάκη (Γιατράκου) και άλλοι τέσσαρες και δύο επληγώθησαν, εφονεύθησαν δε και από τους εχθρούς αρκετοί, ένα των οποίων σκότωσε ο φονευθείς Αποσποράκος.»
Σημαντικό ενδιαφέρον παρουσιάζει ακόμη η «έκθεσης εκδουλεύσεων» του ιδίου του Λιάκου Γιατράκου του 1833, στην οποία γράφει σχετικά με την μάχη αυτή: «Εις την απόβασην του Ιμπραήμ εις Μεθώνην, τοποθετηθείς εις Μηλίτσαν, επολέμησα μετά των εκεί παρευρεθέντων κατ΄ αυτού επερχομένου, ένθα εφονεύθη ο εξαδελφός μου Αθανάσιος Αποσποράκος, εφονεύθησαν δε και επληγώθησαν και άλλοι στρατιώται μας, αλλά΄ ολίγοι προς πολλούς δεν ηδυνήθημεν να εμποδίσωμεν την δίοδον του εχθρού, όθεν αποσυρθέντες ετοποθετήθημεν εις διαφόρους θέσεις ομού με τα λοιπά σώματα διαφόρων οπλαρχηγών.»
Σε σχέση τώρα με την νότια φάλαγγα του εχθρού, αφού ανέτρεψε την προφυλακή στο Γρίζι, στράφηκε προς βορρά, πέρασε από το Χωματερό και το βράδυ μπήκε στα Βουνάρια. Η βόρεια, αφού απώθησε την προφυλακή του Λιάκου, προέλασε μέσω Μηλίτσας προς νοτιοανατολικά και συνενώθηκε με τη νότια. Οι πολιορκητές της Κορώνης υπό τους Παναγιώτη και Νικό Γιατράκο και Ιωανν. Καραπαύλο, καθώς και οι ευρισκόμενοι στα Βουνάρια μετά του έπαρχου Βυζαντίου, ειδοποιηθέντες περί της εχθρικής προελάσεως κινήθηκαν εσπευσμένος προς Λογκά, ενώ οι Αιγύπτιοι προωθήθηκαν ως τα Καστέλια. Έτσι απώθησαν τους Έλληνες, τους απέκοψαν από την Κορώνη και απέκτησαν επαφή με αυτή, ενώ στις 20 Φεβρουαρίου οι Αιγύπτιοι κατέλαβαν τη Λογκά.
Ο έπαρχος Κορώνης Βυζάντιος σε επιστολή που στέλνει προς τον Υπουργό Εσωτερικών στις 24 Φεβρουαρίου 1825, γράφει χαρακτηριστικά: «Το δε πρωί τη 19 Φεβροαρίου εφάνησαν οι εχθροί εκστρατεύοντες. Η βάρδια, οπού ευρίσκετο εις την θέσιν του Γριζίου, μας έδωσε την είδησιν ότι οι εχθροί επάτησαν την Μηλίτζαν. Ευρίσκοντο έως 50 στρατιώται του εξ. Π. Ιατράκου, οι οποίοι εντεπαρετάχθησαν εις την ορμήν των εχθρών και εθανατώθησαν εξ΄αυτών εξ , άδεται ΄λογος ότι έπιασαν και ζωντανούς εως 10…».
Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι, ο Ιμπραήμ δεν είχε ακόμη την πρόθεση να βγει πιο έξω από τη μεσσηνιακή χερσόνησο, οπότε θα υπήρχε ο κίνδυνος να εμπλακεί σε αγώνα με υπέρτερες δυνάμεις, να επεκτείνει δυσανάλογα τις επικοινωνίες του και να διασπείρει τις λίγες δυνάμεις του.
Εγκατέλειψε λοιπόν ακόμη και εδάφη που είχε καταλάβει και συγκέντρωσε τις δυνάμεις του γύρω από τη Μεθώνη αμυντικά, τάσσοντας μόνο ελαφρές προφυλακές στη Λογκά και στα Βουνάρια. Πιθανότατα η τόσο φρόνιμη αυτή τακτική οφειλόταν σε άγνοια της κακής ελληνικής κατάστασης.
Έκθεση εικόνων