γράφει ο Γιώργος Ηλιόπουλος
Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος, ο ήρωας αυτής της ιστορίας αποφάσισε να επιστρέψει από το Βέλγιο στην Ελλάδα και στο χωριό του, στη Μεσσηνία, για τις διακοπές του Πάσχα.
Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος, τα κεράσματα και τα «καλωσορίσματα» έδιναν και έπαιρναν σ’ ένα από τα πολλά καφενεία του χωριού.
Στο συγκεκριμένο αυτό καφενείο σύχναζαν ηλικιωμένοι, συνταξιούχοι του ΟΓΑ οι περισσότεροι, που περίμεναν με ανυπομονησία τα παιδιά και τα εγγόνια τους από την Αθήνα και την Καλαμάτα για να περάσουν μαζί το Πάσχα.
Οι συγχωριανοί αυτοί με ανυπομονησία περιμένουν και τη μηνιαία πενιχρή σύνταξη του ΟΓΑ, που λόγω της κρίσης έχει περικοπεί, παρ’ όλα αυτά είναι σημαντικό βοήθημα για τα παιδιά ή τα εγγόνια που σπουδάζουν ή, ως πτυχιούχοι, ψάχνουν απεγνωσμένα για μια θέση απασχόλησης στην πόλη.
Το κλασικό ερώτημα που δεχόταν ο ήρωάς μας κάθε φορά που επέστρεφε στο χωριό από τις Βρυξέλλες ήταν: «τι λένε εκεί έξω για μας;».
Αυτή τη φορά, όμως, η συγκυρία ήταν διαφορετική… Οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές είναι στο επίκεντρο των συζητήσεων. Ποιοι και πόσοι θα είναι οι υποψήφιοι, ποιος θα είναι ο συνδυασμός που θα επικρατήσει, με βάση ποια κριτήρια θα ψηφίσουμε αυτή τη φορά, είναι μερικά από τα θέματα συζήτησης στο καφενείο.
Λίγοι ήταν αυτοί που αναρωτήθηκαν για τις ευρωεκλογες. Άλλωστε, στην Ελλάδα ήδη από τα πρώτα χρόνια της ένταξης στην τότε ΕΟΚ οι ευρωεκλογές ήταν ένα είδος πραγματικής δημοσκόπησης, είτε για την κυβέρνηση είτε για την αντιπολίτευση, που κατά ένα θαυματουργό και υπερφυσικό τρόπο «έπαιρναν πάντα το μήνυμα» την επόμενη μέρα, τη μεθεπόμενη μέρα, μέχρι και τις επόμενες ευρωεκλογές, για ό,τι στραβό έφταιγαν οι Βρυξέλλες και ό,τι σωστό η Αθήνα…
Τώρα, λόγω των μέτρων λιτότητας, των μνημονίων και της τρόικας, η κριτική είναι πιο έντονη και, σε μεγάλο βαθμό, δικαιολογημένη.
Στην Ευρώπη, όμως, αυτή τη φορά τα πράγματα είναι, όντως, διαφορετικά: Η κρίση έχει αρχίσει να βαθαίνει. Η ύφεση, η ανεργία, η μετανάστευση, είναι ορισμένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της κρίσης.
Το άνοιγμα της ψαλίδας στην εταιρική σχέση ανάμεσα στα 28 κράτη μέλη δημιουργεί μεγάλη ανισορροπία σε θεσμικό επίπεδο, αλλά και στη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η εξέλιξη της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας οδηγεί τους πλούσιους εταίρους του Βορρά σε ακραίες φιλελεύθερες επιλογές, που έχουν οδυνηρές συνέπειες για τους φτωχούς εταίρους, αλλά εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους και για τη δική τους οικονομία και κοινωνία.
Στις συζητήσεις της Διακυβερνητικής Διάσκεψης για τη Συνθήκη της Ε.Ε. πριν από χρόνια, είχε τονιστεί ότι η Οικονομική και Νομισματική Ένωση θα ήταν «πολιτικά ορφανή» χωρίς μια Πολιτική Ένωση. Στο τέλος, βέβαια, αυτό που έγινε ήταν μόνο η Νομισματική Ένωση και το ευρώ, με αποτέλεσμα να φανεί ότι η σημερινή δομή και αρχιτεκτονική της Ε.Ε. δεν είναι λειτουργική.
Κάτι παρόμοιο συνέβη και με τη θέση της Ε.Ε. στον κόσμο και στην απόπειρα ανάπτυξης κοινής εξωτερικής πολιτικής.
Παράδειγμα, η κρίση στην Ουκρανία που εξελίσσεται σε ψυχροπολεμικό εφιάλτη για την Ευρώπη. Για μια ακόμη φορά μετά το διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας βγαίνουν στην επιφάνεια οι δομικές αδυναμίες της όποιας απόπειρας κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής άμυνας της Ε.Ε.
H κρίση έχει οδηγήσει την Ευρώπη σε μια πολύ επικίνδυνη παγίδα αμφισβήτησης αυτής της ίδιας της ιδέας και του οράματος της Ευρώπης των λαών.
Ο κίνδυνος σήμερα δεν είναι ο κομμουνισμός, αλλά οι αδηφάγοι τοκογλύφοι των τραπεζών και των πολυεθνικών σε ένα παλιομοδίτικο καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα.
Μέσα από αυτές τις διαπιστώσεις το βασικό δίλημμα ήταν και είναι αν και κατά πόσο μπορεί να υπάρξει μιαν «άλλη Ευρώπη».
Το δίλημμα αυτό παρουσιάζεται και σήμερα στα περισσότερα κράτη μέλη, κατά την προεκλογική καμπάνια για τις ευρωεκλογές.
Μπορεί αυτή η άλλη Ευρώπη να υιοθετήσει νέους θεσμούς, ανακυκλώνοντας ουσιαστικά το σημερινό προβληματικό και δυσλειτουργικό μοντέλο;
Mπορεί η ενίσχυση της Πολιτικής Ένωσης να σταθεί απέναντι στην παντοδυναμία των αγορών και την οικονομική διακυβέρνηση;
Αυτό που λείπει από την Ευρώπη σήμερα είναι ισχυροί πολιτικοί ηγέτες με όραμα, η εφαρμογή πολιτικών που θα βασίζονται σε ένα διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης;
Οι πιθανές απαντήσεις σε ανάλογα διλήμματα και για το πώς, όμως, ορίζεται αυτή η «άλλη Ευρώπη», ποικίλουν από κράτος σε κράτος και από κομματικό σε κομματικό οργανισμό.
Ποικίλει και από τον τρόπο επιλογής και εκλογής των υποψήφιων ευρωβουλευτών.
Ποικίλει ακόμη και από τον τρόπο που τα ΜΜΕ παρουσιάζουν τις θέσεις των κομμάτων και των υποψηφίων.
Στην Ελλάδα, δυστυχώς, η συζήτηση για το ποια Ευρώπη θέλουμε αναδεικνύει άλλοτε ευρωφοβικά σύνδρομα, ενώ άλλοτε- όπως τώρα- μένει σε δεύτερο πλάνο, αφού συνδυάζεται είτε με εθνικές είτε με τοπικές και περιφερειακές εκλογές. Η προεκλογική καμπάνια των κομμάτων γίνεται με βάση μικροκομματικές επιδιώξεις…
Η δε επιλογή των υποψηφίων για την ευρωλίστα των κομμάτων γίνεται τα τελευταία χρόνια συνήθως με κριτήρια εθνικών εκλογών, χωρίς αξιολόγηση των αναγκών της εκπροσώπησης στο Ευρωκοινοβούλιο, αλλά και χωρίς αξιολόγηση των υποψηφίων.
Η «πολιτικοποίηση των ευρωεκλογών» εδώ σημαίνει ότι, ανάλογα με το αποτέλεσμα, πέφτει ή παραμένει στη θέση της η εκάστοτε κυβέρνηση…
Αλλού, όμως, μπορεί να σημαίνει τη σημαντική υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην προσπάθεια αναζήτησης και επεξεργασίας ενός νέου θεσμικού πλαισίου για την Πολιτική Ένωση της Ευρώπης.
Μπορεί να σημαίνει τη δραστική αντιμετώπιση ευρωφοβικών ομάδων και του αυξανόμενου εθνικιστικού λαϊκισμού.
Σίγουρα σημαίνει ότι στη διόρθωση των κατασκευαστικών λαθών και παραλείψεων του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί να συμβάλει θετικά.
Η δημοκρατική αντιπροσώπευση των 380 εκατομμυρίων ψηφοφόρων από τους 751 ευρωβουλευτές που θα εκλεγούν είναι ίσως η ευκαιρία για την αναζήτηση μιας άλλης Ευρώπης.
Αυτής της Ευρώπης που οραματίστηκαν κάποιοι άλλοι παππούδες σε καφενείο των Βρυξελλών πριν από πολλά, πολλά χρόνια…