του Πέτρου Α. Τσώνη
Τελικά, δεν ήταν βαριά ούτε βιομηχανία. Στον ελληνικό τουρισμό αναφέρομαι, που στην πρώτη μεγάλη θύελλα κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος, δημιουργώντας ανείπωτες καταστροφές. Το μεγαλύτερο πλήγμα δέχτηκαν τα νησιά μας, αλλά και οι τόποι όπου ο τουρισμός αποτελεί «μονοκαλλιέργεια».
Για αρκετούς αναλυτές ήταν αναμενόμενο και αρκετές φορές είχαν κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για τις συνέπειες αστάθμητων παραγόντων. Μέσα, όμως, στο μεθύσι κανείς δεν τους έδωσε σημασία.
Η ανάπτυξη του τουρισμού στη χώρα μας συνδέθηκε με την πλήρη απαξίωση άλλων πλουτοπαραγωγικών πηγών, οι οποίες, όμως, αν και στρεβλά δομημένες, κατάφεραν να τη βοηθήσουν «να σηκώσει κεφάλι» μετά την καταστροφή των παγκόσμιων πολέμων.
Οι πολιτικοί μας, ωστόσο, σε συνεργασία με τους μεγαλο-οικονομικούς παράγοντες, αυτοί που σαν κοράκια έπεσαν στο κρατικό χρήμα, κατάφεραν να διαλύσουν την τοπική παραγωγή.
Χιλιάδες ήταν οι βιοτεχνίες στην Ελλάδα, κάποιες από αυτές και στη Μεσσηνία, που παρήγαγαν προϊόντα πρώτης τάξεως. Πρόχειρα μου έρχεται στο μυαλό μεσσηνιακή βιοτεχνία που πριν από μερικές δεκαετίες ανθούσε στην Καλαμάτα και παρήγαγε ολόκληρο σχεδόν τον εξοπλισμό του ελαιοτριβείου. Και αντί τέτοιες βιοτεχνίες να γίνουν με τη βοήθεια του κράτους, όπως έγινε στη γειτονική Ιταλία, βιομηχανίες, έκλεισαν, για να εισάγουμε τα πάντα από το εξωτερικό.
Αλλά και στην αγροτική παραγωγή, μήπως δεν συνέβη το ίδιο; Κάποτε η χώρα μας ήταν αυτάρκης σε αγροτικά προϊόντα, με τεράστιες εξαγωγές.
Διάβαζα πρόσφατα ότι όλο το κριθάρι που χρειαζόταν η ανθούσα τότε ζυθοποιία FIX το παρήγαγαν αγρότες στην Κύθνο.
Σήμερα εισάγουμε ντομάτες, πατάτες και άλλα φρούτα και λαχανικά.
Και μας έμεινε μόνο το λαδάκι, που τα απανωτά χτυπήματα των τελευταίων χρόνων απαξίωσαν πλήρως.
Λύσεις υπάρχουν, αρκεί οι διοικούντες αυτόν τον τόπο να σκεφτούν σοβαρά και πατριωτικά, διαφορετικά η καταστροφή έρχεται.