Καλαματιανός ερευνητής στην «καρδιά» της Σεισμολογίας στις ΗΠΑ
συνέντευξη στον Σταύρο Χ. Μαρτίνο
Ο Χρήστος Κυριακόπουλος ξεκίνησε να σπουδάζει στο Πολυτεχνείο, αλλά τον κέρδισε η Σεισμολογία, όταν ένας καθηγητής του στο πανεπιστήμιο του αποκάλυψε το συναρπαστικό κόσμο της Γεωφυσικής. Όχι, όμως, της Γεωφυσικής που οι περισσότεροι από εμάς ίσως έχουμε στο μυαλό μας, με πρωταγωνιστές κάποιους επιστήμονες που βλέπουμε στην τηλεόραση έπειτα από σεισμούς και οι οποίοι συναγωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος θα εντυπωσιάσει ή και κάποιες φορές θα κινδυνολογήσει περισσότερο.
Ο Χρήστος Κυριακόπουλος αποκαλύπτει τώρα ο ίδιος σε εμάς το συναρπαστικό αυτό κόσμο. Μας εξηγεί ότι στη σύγχρονη Σεισμολογία συντελείται μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και αποδοτική σύμπραξη της επιστήμης της Γεωφυσικής με διαστημικές τεχνικές και την επιστήμη των υπερυπολογιστών. Και ένας βασικός σκοπός της σύμπραξης είναι η εκπόνηση ρεαλιστικών μοντέλων σεισμών, τα οποία καταγράφουν και την αναγκαιότητα αναπροσαρμογής των διαφόρων προληπτικών μέτρων.
Είναι ερευνητής στο University of California, Riverside. Η Καλιφόρνια είναι η «καρδιά» της Σεισμολογίας στην Αμερική, δηλαδή κορυφαίο επιστημονικό κέντρο στον κόσμο σε ό,τι αφορά τους σεισμούς. Είναι, όμως, και περιοχή που ενδεχομένως αναμένει ένα πάρα πολύ δυνατό φαινόμενο, σεισμό που πολλοί ονομάζουν “the big one”.
Όμως, η συζήτησή μας με τον Χρήστο Κυριακόπουλο αναδεικνύει και πόσο διαφορετικά, αποδοτικά, αποτελεσματικά λειτουργούν η Πολιτεία, τα πανεπιστημιακά ιδρύματα, η πανεπιστημιακή κοινότητα, στην Ελλάδα από τη μια και σε χώρες του εξωτερικού από την άλλη. Και πόσο μεγάλη ανάγκη είναι για την πρόοδο της επιστήμης, δηλαδή την πρόοδο του ανθρώπου, η συνεργασία και συνεννόηση της παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας…
-Είστε γεωφυσικός ερευνητής σε Πανεπιστήμιο στην Καλιφόρνια που εξειδικεύεται και στη Σεισμολογία. Το ότι είστε παιδί των σεισμών της Καλαμάτας πόσο σας επηρέασε να αφοσιωθείτε σε αυτή την επιστήμη;
Στο σεισμό της Καλαμάτας ήμουν οκτώ χρόνων. Εκείνο το απόγευμα ήμασταν στο λιμάνι, μαζί με πολύ άλλο κόσμο, για τα εγκαίνια των δρομολογίων του πλοίου «Πάρος». Ήταν μεγάλο ευτύχημα που τόσος κόσμος ήταν στο λιμάνι και όχι μέσα στις κατοικίες του. Σαφώς και με επηρέασε ο σεισμός και όσο μεγάλωνα, με ενδιέφερε η Σεισμολογία. Όμως, ξεκίνησα να σπουδάζω στο Πολυτεχνείο.
-Δηλαδή, ξεκινήσατε να σπουδάζετε για να γίνετε μηχανικός, αλλά στην πορεία σας τράβηξε η Σεισμολογία;
Στην Ελλάδα δεν είχαμε διδαχθεί στο σχολείο Γεωλογία. Αργότερα, στο Πανεπιστήμιο στην Ιταλία, άρχισα να γνωρίζω τη Γεωφυσική και τα γεωδυναμικά μοντέλα και είχα την τύχη να σπουδάσω με έναν από τους κορυφαίους γεωφυσικούς στον κόσμο. Αν δεν υπήρχε αυτός ο καθηγητής, μπορεί να μην είχα ασχοληθεί με τη Γεωφυσική.
-Τι ακριβώς ήταν αυτό που σας τράβηξε τόσο πολύ προς την επιστήμη της Γεωφυσικής;
Ένας από τους καθηγητές που μας έκανε μαθήματα Γεωδυναμικής μελετούσε το «σεισμικό κύκλο», συνδυάζοντας μαθηματικά μοντέλα με τη διαστημική τεχνολογία. Συγκεκριμένα, χρησιμοποιούσε δεδομένα από δορυφόρους εξοπλισμένους με ραντάρ μικροκυμάτων (τεχνολογία Synthetic Aperture Radar – SAR) και επίγειους σταθμούς Global Positioning System (GPS). Και με τις δύο αυτές τεχνολογίες-τεχνικές μπορείς να μετρήσεις, με ακρίβεια χιλιοστών, την επιφανειακή μετατόπιση του φλοιού που προκαλείται από την εκδήλωση τεκτονικών διαδικασιών, π.χ. καθίζηση ή ανύψωση του εδάφους λόγω ενός σεισμού ή και το «φούσκωμα» ενός ηφαιστείου. Ήταν κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό που γνώριζα για τη Σεισμολογία. Ήταν συγκλονιστικό για εμένα ότι μπορούσες να μελετήσεις τους σεισμούς από δορυφόρους που πετούν σε πολική τροχιά 800 χιλιόμετρα από τη Γη.
-Πραγματικά ακούγεται πάρα πολύ ενδιαφέρον. Μας λέτε λίγα περισσότερα γι’ αυτό;
Τα τελευταία 20-25 χρόνια έχουν συμβεί δύο σημαντικά πράγματα που έδωσαν μεγάλη ώθηση στον τομέα της Γεωφυσικής και ιδιαίτερα σε ό,τι έχει να κάνει με την κατανόηση του «σεισμικού κύκλου». Το ένα είναι η χρήση διαστημικών γεωδετικών τεχνικών που έχουν συμπληρωματικό χαρακτήρα προς την κλασσική Σεισμολογία. Για παράδειγμα, δορυφόροι εξοπλισμένοι με ραντάρ (SAR) που σαρώνουν και «χαρτογραφούν» συστηματικά περιοχές με ιδιαίτερο τεκτονικό ενδιαφέρον για τους επιστήμονες. Όταν, λοιπόν, εκδηλωθεί το τεκτονικό φαινόμενο το οποίο προσπαθούμε να μελετήσουμε, π.χ. ένας σεισμός, το δορυφορικό σύστημα σαρώνει εκ νέου τη ζώνη ενδιαφέροντος, αποθηκεύοντας μια νέα εικόνα ραντάρ. Η ανίχνευση και ο τελικός «χάρτης» της μετατόπισης του εδάφους είναι το προϊόν συνδυασμού των δύο εικόνων ραντάρ, πριν και μετά το σεισμό. Η τεχνική αυτή ονομάζεται Interferometric Synthetic Aperture Radar (InSAR), στα ελληνικά συμβολομετρία ραντάρ συνθετικού ανοίγματος. Αυτό, σε συνδυασμό με την εξέλιξη της τεχνολογίας GPS, που επίσης χρησιμοποιείται σε μελέτες τεκτονικών φαινομένων, ήταν μια επανάσταση που μας έδωσε τη δυνατότητα να μελετούμε τους σεισμούς σε τελείως άλλες κλίμακες. Όλο αυτό λέγεται διαστημική γεωδαισία εφαρμοσμένη στη μελέτη του «σεισμικού κύκλου». Μπορούμε, δηλαδή, να μελετούμε την παραμόρφωση της επιφάνειας της γης τόσο στην προσεισμική όσο και στη μετασεισμική περίοδο. Ίσως ακόμα πιο σημαντικό είναι ότι αυτές οι τεχνολογίες μάς δίνουν τη δυνατότητα να καταγράφουμε και να ξεχωρίζουμε τη σεισμική και ασεισμική παραμόρφωση των ρηγμάτων. Έχουμε, δηλαδή, αρχίσει να βάζουμε μαζί τα κομμάτια του χρονο-χωρικού μωσαϊκού που λέγεται «σεισμικός κύκλος», αλλά και να κατανοούμε καλύτερα τις κυρίαρχες φυσικές διεργασίες του.
Το άλλο σημαντικό πράγμα που ωθεί την επιστήμη της Γεωφυσικής και της Σεισμολογίας σε μεγάλη πρόοδο είναι η εκτενής χρήση των υπερυπολογιστών. Συνήθως αποτελούνται από χιλιάδες μικρο-επεξεργαστές και τους χρησιμοποιούμε για να τρέχουμε ρεαλιστικά μοντέλα σεισμών. Αυτό μας δίνει τη δυνατότητα να εισάγουμε στις προσημειώσεις μας όσον δυνατόν περισσότερα ρεαλιστικά στοιχεία, αλλά και να μελετήσουμε το φαινόμενο σε διαφορετικές χρονικές κλίμακες. Για παράδειγμα, σύνθετα συστήματα ρηγμάτων (τύπου Αγίου Αντρέα στην Καλιφόρνια), που αλληλοεπιδρούν και μπορούν να ενισχύσουν ή να τερματίσουν τη σεισμική διάρρηξη, πράγμα που ήταν αδύνατο 15-20 χρόνια πριν.
-Σε ποιο Πανεπιστήμιο της Ιταλίας προχωρήσατε τις σπουδές σας;
Διδακτορικό έκανα στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια και η βάση εργασίας μου ήταν στο Εθνικό Ινστιτούτο Γεωφυσικής και Ηφαιστειολογίας της Ρώμης. Είχα υποτροφία από το ίδιο Ινστιτούτο και την Ιταλική Διαστημική Εταιρία (ASI).
-Και η Αμερική πώς προέκυψε;
Με ενδιέφερε πάρα πολύ ο συνδυασμός των αριθμητικών μοντέλων με τις διαστημικές τεχνικές. Γιατί με αυτό το συνδυασμό μπορείς να τεστάρεις όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστικές παραμέτρους στα μοντέλα σου για τη μελέτη των σεισμών. Στην Ιταλία, το επιστημονικό επίπεδο είναι πάρα πολύ υψηλό και έχουν τη δική τους διαστημική εταιρία (ASI) με το δικό τους σύστημα δορυφόρων για τη μελέτη των φυσικών καταστροφών και ιδιαίτερα των σεισμών. Όταν το τελείωσα, ήθελα να κάνω έρευνα στην Αμερική και μου προτάθηκε να πάω να δουλέψω στην Ατλάντα, στο Georgia Tech. Αυτό το πανεπιστήμιο έχει πάρα πολλούς και εξαιρετικούς Έλληνες μηχανικούς.
-Στο Georgia Tech τι κάνατε λοιπόν;
Εκεί πήγα ως μεταδιδακτορικός ερευνητής και μελέτησα τα ρήγματα στις ζώνες υποβύθισης σε ωκεανούς. Δούλεψα πάνω σε μια συγκεκριμένη περιοχή της Κόστα Ρίκα, τη χερσόνησο Νικόγια. Συγκεκριμένα, μελέτησα το μηχανικό «εμπόδιο» που βρίσκεται πάνω στο ρήγμα και εξαιτίας του οποίου η περιοχή της χερσονήσου συγκέντρωνε σημαντικά ποσά ενέργειας (σεισμικής ροπής).
Στην Αμερική η φιλοσοφία είναι τελείως διαφορετική, υπάρχει πάντα ο ενθουσιασμός για ανακάλυψη και μελέτη και υποστηρίζουν τους δημιουργικούς ανθρώπους.
-Και μετά το Georgia Tech;
Είχα πρόταση να συνεχίσω ως ερευνητής στο University of California, Riverside (Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, Ρίβερσαιντ). Η Καλιφόρνια είναι η «καρδιά» της Σεισμολογίας στην Αμερική. Μέχρι τότε οι μελέτες μου δε συμπεριελάμβαναν τη χρονική εξέλιξη της σεισμικής διάρρηξης. Στην Καλιφόρνια πήγα για να κατανοήσω καλύτερα τη φυσική του σεισμού και το πώς αλληλοεπιδρούν τα ρήγματα. Και αυτό ξεκίνησα να κάνω. Έχω μάθει πάρα πολλά εκεί. Ας πούμε ότι στη σημερινή μου έρευνα πρόσθεσα και τη χρονική σκάλα των δευτερολέπτων, ενώ προηγουμένως μελετούσα τους σεισμούς κοιτώντας κυρίως το τελικό στάδιο του φαινομένου.
-Στην Καλιφόρνια το πανεπιστήμιο είναι ιδιωτικό;
Όχι, είναι πολιτειακό. Υποστηρίζεται από την Πολιτεία της Καλιφόρνια, όπως όλα τα «UC». Βέβαια, η υποστήριξη δεν αρκεί και οι έρευνές μας χρηματοδοτούνται από διάφορα κρατικά προγράμματα.
-Είχα την εντύπωση ότι στην Αμερική οι έρευνες χρηματοδοτούνται αποκλειστικά από οργανισμούς και εταιρίες…
Κάποιες επιστήμες (π.χ. νανοτεχνολογίες, βιοϊατρική) ενδιαφέρουν περισσότερο τις εταιρίες που χρηματοδοτούν διάφορες έρευνες. Η Σεισμολογία και η Γεωφυσική είναι δύσκολο να αντλήσουν τέτοιες χρηματοδοτήσεις. Ο λόγος είναι ότι οι εταιρίες δεν έχουν άμεσο οικονομικό αντίκρισμα από τη χρηματοδότηση τέτοιων ερευνών. Οι γεωφυσικές έρευνες που έχουν να κάνουν με τους φυσικούς πόρους (π.χ. πετρέλαιο), τις εξορύξεις, βρίσκουν όντως ιδιωτικές χρηματοδοτήσεις, όμως οι έρευνες για τους σεισμούς και σχετικά γεωφυσικά φαινόμενα χρηματοδοτούνται κατά κύριο λόγο από το κράτος και ιδρύματα.
-Είπατε προηγουμένως ότι η Καλιφόρνια είναι η «καρδιά» της Σεισμολογίας στην Αμερική. Δηλαδή;
Στην Καλιφόρνια υπάρχουν πολλά πανεπιστήμια με τμήματα που εξειδικεύονται στης γεωφυσικές μελέτες και τη Σεισμολογία. Μάλιστα, έχουν συγκροτήσει ένα κονσόρτσιουμ στη Νότια Καλιφόρνια (Southern California Earthquake Center -SCEC), ώστε να μπορούν να αντλούν χρηματοδοτήσεις για τα προγράμματα και τις έρευνές μας.
Για εμένα η εμπειρία της Καλιφόρνια δεν εξαντλείται στο καθαρά επιστημονικό κομμάτι, αλλά με ενδιαφέρει πάρα πολύ και το οργανωτικό κομμάτι. Παραδείγματος χάρη, το πώς χτίζεις και οργανώνεις τις συνεργασίες πολλών ανθρώπων μέσα σε έναν τέτοιο οργανισμό.
-Σε ό,τι αφορά γενικά τους σεισμούς, η επιστήμη πού έχει φτάσει; Μπορούν πια να προβλεφθούν οι σεισμοί;
Με την έννοια που ο κόσμος έχει στο μυαλό του, όχι! Όπως είπαμε και προηγουμένως, ένα από τα πράγματα που έχουμε καταφέρει με το συνδυασμό σεισμολογικών και γεωλογικών δεδομένων, διαστημικών τεχνικών και μαθηματικών μοντέλων, είναι ο ποσοτικός χαρακτηρισμός των φυσικών διεργασιών του «σεισμικού κύκλου». Πιο απλά, τις φυσικές αιτίες που μια περιοχή ενός ρήγματος μπορεί να συσσωρεύσει ενέργεια (π.χ. τοπογραφία του ρήγματος και μεταβολές στο είδος πετρωμάτων). Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό, γιατί μπορούμε να μελετήσουμε με τι ρυθμό και σε ποιες ζώνες του ένα ρήγμα συγκεντρώνει ενέργεια. Αυτό το κάνουμε πλέον πολύ καλά σε πολλές περιοχές του πλανήτη. Είναι, βεβαίως, πιο δύσκολο να γίνει στις ζώνες υποβύθισης των ωκεανών, με εξαίρεση το υποθαλάσσιο σύστημα γεωδαιτικών σταθμών στην Ιαπωνία και σε περιοχές όπου η ακτογραμμή είναι ασυνήθιστα κοντά στη ζώνη υποβύθισης, π.χ. χερσόνησος Νικόγια στην Κόστα Ρίκα. Ειδικά στην τελευταία περίπτωση, είχαμε μια πολύ καλή εκτίμηση του πού θα γίνει ο επόμενος μεγάλος σεισμός, λόγω κυρίως των σχετικά «πλούσιων» παρατηρήσεων GPS των τελευταίων 20 χρόνων.
Σήμερα, λοιπόν, έχουμε βελτιώσει της γνώσεις μας για το πώς λειτουργούν τα ρήγματα. Μπορούμε να κάνουμε εξομοιώσεις για το πώς θα είναι ένας μελλοντικός σεισμός και, π.χ., να εκτιμήσουμε το πόσο δυνατά θα είναι τα κύματα που θα μας χτυπήσουν. Κι αυτό είναι σημαντικό για τους μηχανικούς, που χρησιμοποιούν όλα τα διαθέσιμα δεδομένα για να ανανεώνουν τους αντισεισμικούς κανονισμούς . Στην πραγματικότητα, τίποτα δεν τελειώνει όταν γίνει ένας σεισμός, γιατί το ρήγμα συνεχίζει να παραμορφώνεται και να ξανασυσσωρεύει ενέργεια. Κι όλα αυτά εμείς τα καταγράφουμε, τα μοντελοποιούμε και τα αξιοποιούμε.
-Όταν ένα ρήγμα εκτονώσει την ενέργειά του, μπορεί να επηρεάσει άλλα ρήγματα προκαλώντας σεισμούς σε άλλες περιοχές;
Μπορεί να υπάρξει αλληλεπίδραση μεταξύ των ρηγμάτων και κατά την εξέλιξη του σεισμού και στη μετασεισμική περίοδο. Αυτό δυσχεραίνει το έργο των ερευνητών, όμως με τις εξομοιώσεις που είμαστε σε θέση να κάνουμε σήμερα μπορούμε να κάνουμε εκτιμήσεις όσον αφορά στα χαρακτηριστικά της αλληλεπίδρασης.
Για παράδειγμα, στην Καλιφόρνια αντικείμενο μελέτης μου, αλλά και πολλών ερευνητών, είναι το νοτιότερο τμήμα του ρήγματος του Αγίου Ανδρέα, το οποίο έχει να δώσει σεισμό περίπου 300 χρόνια. Η επιστημονική κοινότητα έχει εκτιμήσει ότι στις επόμενες δεκαετίες είναι πάρα πολύ πιθανό να ζήσουμε ένα σεισμό μεγέθους κοντά στο 7 ή και ακόμα 7.5-8 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ. Και τον περιμένουμε αυτό το σεισμό, γιατί πρέπει να απελευθερωθεί η ενέργεια που έχει συγκεντρωθεί τα τελευταία 200-300 χρόνια. Ένα από τα χειρότερα επεξεργασμένα σενάρια είναι ότι η διάρρηξη θα ξεκινήσει από την περιοχή στη λίμνη Σάλτον Σι και θα τρέξει βορειοδυτικά για περίπου 300 χιλιόμετρα έως και πέρα από την πόλη Πάλμντεϊλ. Η συγκεκριμένη πόλη βρίσκεται 50-60 χιλιόμετρα βόρεια από το Λος Άντζελες. Αυτό είναι ένα πιθανό σενάριο για το σεισμό που πολλοί ονομάζουν “The big one”.
Τα μεγάλα ρήγματα, όμως, δεν είναι πάντα συνεχόμενα, αλλά τμηματικά. Με τις προσομοιώσεις που κάνουμε, λοιπόν, μελετάμε με ποια ευκολία η ρήξη θα «πηδήξει» από το ένα τμήμα στο άλλο. Αυτό δε θα μπορούσαμε να το κάνουμε, αν δεν είχαμε στη διάθεση της Γεωφυσικής τους υπερυπολογιστές. Έχουμε, λοιπόν, προσομοιώσεις που μας δίνουν εκτιμήσεις των αναμενόμενων δονήσεων στην ευρύτερη μητροπολιτική περιοχή του Λος Άντζελες ή και την περιοχή που ζω εγώ. Το σπίτι μου είναι 20 χιλιόμετρα μακριά από το συγκεκριμένο ρήγμα…
-Είναι τουλάχιστον γερό σπίτι;
Το σπίτι μου δεν είναι πρόσφατης κατασκευής, αλλά επέλεξα τη συγκεκριμένη περιοχή για να μείνω, γιατί είναι επάνω στη βραχόμαζα, όχι σε έδαφος με χαλαρά ιζήματα…
-Η Αμερική στην έρευνα για τους σεισμούς είναι η πρώτη χώρα στον κόσμο;
Δεν είναι εύκολη η απάντηση. Εγώ έχω την τύχη να δουλεύω με τους καλύτερους επιστήμονες εκεί, σε ένα κονσόρτσιουμ με όλα τα μεγάλα πανεπιστήμια που ασχολούνται με τους σεισμούς, με φοιτητές από όλο τον κόσμο. Σε επίπεδο τεχνικών γνώσεων δεν είναι πιο πίσω ούτε οι Ευρωπαίοι ούτε οι Ιάπωνες. Όσον αφορά, όμως, στην οργάνωση και λειτουργία κάποια από τα καλύτερα παραδείγματα είναι στη Αμερική. Πέρα από όλα αυτά, πρόοδος στην επιστήμη και, κατ’ επέκταση, στη Γεωφυσική επέρχεται μόνο διαμέσου μιας παγκόσμιας προσπάθειας, όπως και γίνεται.
-Η Ελλάδα έχει να παρουσιάσει κάτι αξιόλογο στο θέμα της έρευνας;
Υπάρχουν πολύ καλοί ερευνητές και στην Ελλάδα, σε διάφορους τομείς της Γεωφυσικής, που συνεισφέρουν στην εξέλιξη αυτής της επιστήμης. Σήμερα, λόγω της οικονομικής κρίσης, ξέρω ότι καταβάλλουν πολύ μεγάλη προσπάθεια για να κρατήσουν τη χώρα σε κάποιο επίπεδο. Καταβάλλονται πολύ σημαντικές προσπάθειες και στο κομμάτι των διαστημικών τεχνικών.
Πάντως, πολύ σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της μοντέρνας Γεωφυσικής, ειδικά τη χρήση των γεωδαιτικών διαστημικών τεχνικών για τη μελέτη των τεκτονικών φαινομένων, διαδραματίζει η Ευρωπαϊκή Διαστημική Υπηρεσία (ESA). Το πρόσφατο πρόγραμμα δορυφόρων Sentinel (2014-), που περιλαμβάνει τη μελέτη τεκτονικών φαινομένων, χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι Έλληνες και Ευρωπαίοι επιστήμονες γενικότερα έχουν πάρει πάρα πολλά πράγματα, ειδικά στο συγκεκριμένο τομέα, από την Ευρωπαϊκή Διαστημική Υπηρεσία. Σίγουρα μόνο μέσα από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και άλλες συνεργασίες μπορούν οι επιστήμονες να παράγουν τα μέγιστα.
-Είχα διαβάσει ότι είχατε κάνει μια μελέτη και για τους «σμηνοσεισμούς» στον πρώην Δήμο Οιχαλίας…
Έκανα μια δημοσίευση, μαζί και με συναδέλφους από την Ελλάδα, και είδαμε ότι η ενέργεια απελευθερωνόταν, όχι μόνο διαμέσου σεισμών, αλλά και με ασεισμικά φαινόμενα (π.χ. ασεισμική ολίσθηση του ρήγματος). Η μελέτη βασίστηκε στην τεχνική InSAR και σε δορυφορικά δεδομένα ENVISAT, με τα οποία καταγράψαμε στην επιφάνεια τις μετατοπίσεις του ρήγματος.
-Για το ρήγμα της Καλαμάτας τι έχετε να πείτε;
Αυτό το ρήγμα έχει δώσει το σεισμό του, όμως έχουμε πάρα πολλά ρήγματα εδώ γύρω. Εγώ δεν έχω μελετήσει ιδιαίτερα το συγκεκριμένο χώρο. Υπάρχουν Έλληνες συνάδελφοι που ξέρουν καλά την περιοχή μας και έχουν κάνει σημαντικές μελέτες.
-Προοπτική να επιστρέψετε στην Ελλάδα και να ασχοληθείτε με το ερευνητικό τομέα που μελετάτε στην Αμερική υπάρχει;
Όλοι θέλουν να γυρίσουν σπίτι τους, αλλά δεν είναι πάντα εφικτό. Αυτό που με ενδιαφέρει σήμερα είναι να βελτιώνω τις γνώσεις μου, να συμβάλλω στην εξέλιξη της επιστήμης. Τα τελευταία χρόνια που ζω στην Καλιφόρνια μελετώ το νότιο τμήμα του συστήματος ρηγμάτων του Αγίου Ανδρέα, ώστε να βοηθήσουμε τη χώρα και την Πολιτεία να είναι πιο έτοιμες όταν χρειαστεί.
-Έλληνες επιστήμονες στο εξωτερικό είναι πολλοί. Έχετε επαφές με συμπατριώτες σας στην Αμερική;
Οι περισσότεροι Έλληνες στην Αμερική είναι μηχανικοί. Στο δικό μου τομέα γνωρίζω δύο Έλληνες στην Αμερική.
-Σας λείπει η Καλαμάτα;
Ε, ναι, βεβαίως! Κυρίως μου λείπει η οικογένειά μου. Όταν έχεις μεγαλώσει σε ένα μέρος, υπάρχει ένας αόρατος συναισθηματικός δεσμός με αυτόν τον τόπο που δεν μπορεί να φύγει με τίποτα.
-Την βρίσκετε αλλαγμένη την Καλαμάτα κάθε φορά που έρχεστε;
Είναι η καλύτερη περιφερειακή πόλη στην Ελλάδα.
-Για τα διεθνή στάνταρ η Καλαμάτα τι πόλη είναι;
Δεν μπορούν να γίνουν τέτοιες συγκρίσεις, είναι πολύ διαφορετικά τα δεδομένα. Στις ΗΠΑ, πάντως, είναι πιο δύσκολο να ζήσεις, υπάρχει εγκληματικότητα, υπάρχει το πρόβλημα της οπλοφορίας, υπάρχουν ακόμα γκέτο σε πόλεις. Ωστόσο, στην Καλιφόρνια που ζω το μέρος είναι πολύ ωραίο για να ζεις, έχει πολύ ωραία εξοχή, καταπληκτική φύση.
-Παρακολουθήσατε το πρόσφατο σεισμικό φαινόμενο στη θαλάσσια περιοχή της Ζακύνθου; Εδώ στη Μεσσηνία “κουνηθήκαμε” γερά και δε σας κρύβω ότι πολλοί φοβηθήκαμε. Θα υπάρξει συνέχεια;
Πέραν του προσωπικού ενδιαφέροντος για το σεισμό, λόγω του ότι έγινε αισθητός και στην πόλη μας, δεν είχα τη δυνατότητα και το χρόνο να κοιτάξω με προσοχή τα διαθέσιμα δεδομένα. Περιμένω με μεγάλο ενδιαφέρον να διαβάσω μελλοντικές δημοσιεύσεις για το συγκεκριμένο γεγονός. Κατά κύριο λόγο με ενδιαφέρει να διαβάσω από τους ερευνητές που ασχολούνται με τον ελλαδικό χώρο πώς η μελέτη αυτού του σεισμού (και σε συνδυασμό με τους σεισμούς του 2014 και 2015 σε Κεφαλλονιά και Λευκάδα) μπορεί να «ρίξει φως» στη σύνθετη τεκτονική δομή της συγκεκριμένης ζώνης.
Από εκεί και πέρα, σε μια τόσο πυκνή ρηξιγενή ζώνη δεν μπορούν να αποκλειστούν μελλοντικοί σεισμοί, που μπορεί να γίνουν αισθητοί και στην πόλη μας.