(του Ιερομόναχου Νεκτάριου Κοβιλιάτη) Θεολόγου – Αρχαιολόγου
ες : Άννα Μαντά
Με την λέξη κτίση καλλιεργείται αυτόματα μια σχέση με τον κτίστη με αποτέλεσμα αυτή να ιεροποιείται και όχι να θεοποιείται. Μια μοναδική εξισορρόπηση μεταξύ του προς ανωθρώσκοντος (άνθρωπος) με τον ζωοδότη Θεό μας παρέχει η Βίβλος στην Γένεση όταν η Θεότης σε πρώτο πληθυντικό λέει «ποιήσωμεν άνθρωπον» (τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος). Η σχέση αυτή καθορίζεται με την Κάθετο του Σταυρού. Μια δεύτερη μεγάλη ανάγκη είναι η σχέση του με τον συνάνθρωπο «ου καλόν είναι μόνον» ενώ την ίδια στιγμή προκύπτει ο καθορισμός του ρόλου του στο φυσικό περιβάλλον, στον Παράδεισο «εργάζεσθαι και φυλάττειν» αυτή είναι η τριπλή σχέση του ανθρώπου στην δημιουργία του, μια σχέση αρμονίας όπου ο άνθρωπος μη σεβόμενος την ιερότητα της την κατακρεούργησε μέσα από τα πάθη του. Η παρανόηση ενός συγκεκριμένου ρήματος «κατακυριεύσατε της γης» οδηγεί τον άνθρωπο σε μια δυσαρμονία δίνοντας ένα «ιερό» άλλοθι στον πόλεμο με την φύση. Με τον Διαφωτισμό η φύση πρέπει να υποταχθεί και να γίνει τρόπαιο υποταγής στον άνθρωπο.Ο Francis Bacon με ωμή γλώσσα απευθύνεται στον άνθρωπο και του λέει «σου φέρνω την φύση με όλα τα παιδιά της, για να την κάνεις δέσμια στην υπηρεσία σου, σκλάβα σου».Έτσι γίνεται μια εντολή εξουσίας που από Τον Δυτικό άνθρωπο ο Θεός κατανοήθηκε ως φορέας τάξης και δικαιοσύνης λιγότερο ως προσωπικό ον που επιζητεί αγαπητική σχέση με τον άνθρωπο. Η Παντοδυναμία Του Θεού πηγάζει από το «διακονείν» και όχι το «εξουσιάζειν». Με την ζυγαριά της αγάπης κρίνει τον κόσμο μιας τέτοιας αγάπης που αποτελεί σκάνδαλο για τους Εβραίους μωρία για τους Έλληνες και προκαλεί ειρωνικά σχόλια στους Image Makers. Αν δούμε την κτίση σαν δώρο του κτίστη τότε ανακαλύπτουμε ότι μόνον όποιος αγαπάει ξέρει να δωρίζει γι’ αυτό και η κτίση δεινοπαθεί διότι ο άνθρωπος άσχετος με την πηγή της αγάπης δεν την αντιμετωπίζει ως δώρο ζωής αλλά σαν λάφυρο Εξουσίας. Ο Θεός δεν δικάζει αλλά η αγάπη του Θεού κρίνει τον κόσμο, όπως λέει ο κύριος Η. Λιάμης. Ήλθε ο καιρός να ψηλαφίσουμε το στέρεμα της στο νερό που τελειώνει, στα δάση που ξεψυχάνε, στον αέρα που πνίγει. Είναι καιρός πίκρας για την ανθρώπινη αποτυχία, καιρός απογύμνωσης των φορέων μιας στρεβλής εξουσίας, καιρός που η Εκκλησία θα αρχίσει να μετριέται στα πρόσωπα ανθρώπων ευθύνης, ταπείνωσης, πίστης, αγάπης και δράσης. Τέτοιων ανθρώπων τα έργα, τέτοιας Εκκλησίας τα έργα θα αλατίσουν πάλι τον κόσμο και το αλάτι αυτό σαν μια άλλη, όχι όξινη μα γλυκιά βροχή θα πλημμυρίσει ξηρές και θάλασσες και θα κάνει την γη άξια να την εποικίσουν όντα αγάπης και ευγνωμοσύνης. Μετά από αυτήν την εισήγηση του γέροντος Γαβριήλ του Ιερού Καθίσματος της Μεταμορφώσεως στους Δολούς Δυτικής Μάνης, η κυρία Μαρία Γανωτή ενημέρωσε για το έργο της «Anima» και την ανάγκη να δημιουργηθεί ένας σταθμός περίθαλψης άγριων πτηνών και ζώων στην Μεσσηνία εξαιρετικά απαραίτητος. Ο αδελφός της Στέφανος Γανωτής (καθηγητής) με την λύρα του ερμήνευσε κάλαντα και τραγούδια από όλη την Ελλάδα σε κλίμα χαράς και συγκίνησης. Η συνάντηση αυτή κορυφώθηκε όταν κ η κυρία Μ. Γανωτή κρατώντας στα χέρια της ένα πανέμορφο γεράκι (Διπλοσάϊνο)το άφησε στον κήπο του Ιερού Καθίσματος, να πετάξει ελεύθερο προς τον Ταΰγετο.